Tip:
Highlight text to annotate it
X
Και ότε ήνοιξε την σφραγίδα
την εβδόμη...
εγένετο σιγή εν τω ουρανώ
ως ημιώριον.
Και είδον επτά αγγέλους
ενώπιον του Θεού...
και εδόθησαν αυτοίς
επτά σάλπιγγες.
-Ποιος είσαι εσύ;
-Ο θάνατος.
'Ηρθες να με πάρεις;
-Βάδισα καιρό δίπλα σου.
-Το ξέρω.
Είσαι έτοιμος;
Η σάρκα μου, ναι...
εγώ, όχι.
Περίμενε!...
'Ολοι αυτό λέτε,
αλλά δεν έχω χρόνο.
-Παίζεις σκάκι, έτσι;
-Πώς το ξέρεις;
Το είδα σε πίνακες,
το άκουσα σε τραγούδια.
Ναι, παίζω πολύ καλό
σκάκι.
-'Οχι, όπως εγώ.
-Γιατί θες να παίξουμε;
-Αυτό αφορά εμένα.
-'Εχεις δίκιο.
Θα ζήσω όσο παίζουμε.
Αν νικήσω, θα μ'αφήσεις.
Παίρνεις τα μαύρα.
Μου ταιριάζει αυτό.
""Ανάμεσα στα μπούτια
μιας ελαφρόμυαλης""...
""βρίσκουν παρηγοριά
άνδρες σαν εμένα"".
""Ο Θεός είναι επάνω,
είναι πολύ μακριά"".
""Αλλά ο σατανάς είναι
σε κάθε δρόμο"".
Στο Φάγεσταντ έλεγαν
για κακούς οιωνούς...
ότι δυο άλογα αλληλο-
φαγώθηκαν...
κι οι νεκροί βγήκαν
απ'τους τάφους.
Είπαν ότι χθες έλαμπαν
τέσσερις ήλιοι.
Πώς θα πάμε στο χάνι;
-Σου είπε;
-'Οχι, ακριβώς.
-Τι είπε;
-Τίποτα σπουδαίο.
-'Ηταν μουγγός;
-Δε θα το έλεγα.
Θα έλεγα ότι ήταν
εξαιρετικά εύγλωττος...
αλλά μίλησε με σκοτεινό
τρόπο.
Καλημέρα...
Φάγατε πρωινό;
Μπορείτε να μου μάθετε
να τρώω χόρτο;
Πεινάμε...Εδώ κανείς δεν
ενδιαφέρεται για την τέχνη.
Ξύπνα, Μία...
Πρέπει να σου πω κάτι.
Τι έγινε;
Είδα ένα όραμα.
Μάλλον όχι όραμα...
ήταν σαν πραγματικότητα.
Πάλι όραμα είδες;
Την είδα.
Ποια είδες;
Την Παρθένο Μαρία.
Λες αλήθεια;
Φορούσε χρυσή κορώνα,
ένα γαλάζιο φόρεμα...
ήταν ξυπόλητη, κρατούσε το βρέ-
φος, του μάθαινε να περπατάει.
'Οταν με είδε,
μου χαμογέλασε.
Σκούπισα τα δάκρυα
κι εξαφανίστηκε.
Απλώθηκε σιωπή
στη γη και στον ουρανό...
Καταλαβαίνεις;
Το φαντάστηκες.
Δε με πιστεύεις, αλλά
λέω την αλήθεια.
Είναι μια άλλη
πραγματικότητα.
'Οπως όταν είπες...
ότι ο διάβολος έβαψε κόκκινους
τους τροχούς της άμαξας;
Γιατί μου το θυμίζεις;
Μετά είδα κόκκινη μπογιά
στα νύχια σου.
Το έκανα για να πιστέψεις
άλλα οράματα...
αυτά που ήταν
αληθινά.
Αν δε συγκρατηθείς,
θα σε πουν τρελό.
Δεν είσαι τρελός,
τουλάχιστον όχι ακόμα.
Δε φταίω εγώ για τα
οράματα που βλέπω.
Την Παναγία, τους αγγέλους,
τους διαβόλους...
Σας έχω πει να μη
με ξυπνάτε το πρωί.
Παρακάλεσα, ικέτευσα,
τίποτα...Βουλώστε το!
Μίκαελ...
Θέλω μια καλύτερη ζωή
γι'αυτόν.
Θα γίνει καλός
ακροβάτης.
'Ισως κάνει το μοναδικό
ακατόρθωτο κόλπο.
Ποιο είναι αυτό;
Ν'ακινητοποιείς
τις μπάλες στον αέρα.
-Μα είναι αδύνατον!
-Για μας, όχι γι'αυτόν.
'Εχεις φαντασιώσεις.
'Εγραψα ένα τραγούδι,
δεν είχα ύπνο τη νύχτα.
Να στο πω;
Ναι, ανυπομονώ.
""Μια περιστέρα μες στο
μεσημέρι στο κλαδί""...
""για τον Ιησού Χριστό
γλυκά κελαηδεί"".
Κοιμήθηκες;
Είναι πολύ όμορφο.
Δεν τέλειωσε ακόμα.
Κοιμήσου λίγο,
μου το τελειώνεις μετά.
'Ολο κοιμάσαι...
Είναι μάσκα για
ηθοποιό αυτή;
Αν δεν πλήρωναν καλά,
θα τους απέρριπτα.
Θα παίξεις το θάνατο;
Ναι, θα φοβίσω
τίμιους ανθρώπους.
Πότε θα παίξουμε;
Στο πανηγύρι
του 'Ελσινορ.
Θα παίξουμε στα σκαλιά
της εκκλησίας.
Δεν παίζουμε κάτι πρόστυχο;
Αυτά αρέσουν.
Ανόητε! 'Επεσε συμφορά
στη περιοχή...
και οι παπάδες θέλουν
έργα με θανάτους.
Τι θα παίξω εγώ;
Την ψυχή του ανθρώπου.
Είναι κακός ρόλος.
Ποιος είναι ο αρχηγός
του θιάσου;
Θυμίσου ότι η ζωή
είναι ευάλωτη...
τελειώνει γρήγορα.
Θα αρέσω στις γυναίκες
μ'αυτή τη μάσκα;
Γιοφ...μείνε ακίνητος
και μη μιλάς.
Είμαι τάφος.
Σ'αγαπώ.
Τι είναι αυτό;
-Ο χορός του θανάτου.
-Αυτός είναι ο θάνατος.
Ναι, και χορεύει.
Κι αυτές οι μουντζούρες;
Υπενθυμίζω σ'όλους
ότι θα πεθάνουν.
Τους θλίβεις όμως.
Γιατί όχι; Είναι καλό
να φοβούνται λίγο.
Θα κλείσουν τα μάτια.
'Ενα κρανίο είναι πιο
ενδιαφέρον από μία γυμνή.
'Οταν σκέφτονται,
φοβούνται περισσότερο.
Θα στραφούν στους
παπάδες.
-Αυτό δε με αφορά.
-Τότε συνέχισε.
Εγώ δείχνω, αυτοί
ας κάνουν ό,τι θέλουν.
Θα σε καταριούνται.
Θα ζωγραφίσω κάτι ευχάριστο
ώσπου να πάθω χολέρα.
Είναι φοβερό...
Πρέπει να δεις πρησμένο
άρρωστο....
να δεις πώς τον πιάνουν
οι σπασμοί.
Φρικτό...
Ναι, παίρνει τον άρρωστο
από το κρεβάτι...
Τον δαγκώνει, τον ξεσχίζει,
ουρλιάζει...
Σε τρόμαξα;
Δε με ξέρεις καλά.
Τι βλακείες είναι αυτές;
Θεωρούν τη χολέρα
τιμωρία απ'το Θεό...
και περιοδεύουν τη χώρα
σε ομάδες...
αυτομαστιγώνονται για
να δοξάσουν τον Κύριο.
Μαστιγώνονται;
Σου έρχεται να κρυφτείς
όταν τους βλέπεις.
'Εχεις αλκοόλ;
Πίνω νερό όλη μέρα
και νιώθω σαν καμήλα.
Φοβήθηκες, ε;
Θέλω να εξομολογηθώ,
αλλά νιώθω κενός.
Η κενότητα είναι
σαν ένας καθρέφτης.
Βλέπω τον εαυτό μου
και νιώθω αηδία.
Αδιαφόρησα για όλους
κι έμεινα μόνος.
Τώρα ζω στα όνειρα και
στις φαντασιώσεις.
Μα δε θέλεις να
πεθάνεις.
Ναι, θέλω.
Τι περιμένεις;
-Θέλω Γνώση.
-Θέλεις εγγύηση.
Πες το όπως θέλεις.
Είναι τόσο αδύνατο
να νιώσω το Θεό;
Γιατί κρύβεται σε υποσχέσεις
και θαύματα;
Βλέπω τους πιστούς,
μα δεν πιστεύω.
Τι θα συμβεί σ'όσους
δεν πιστεύουν;
Γιατί ο Θεός ζει σε μένα ταπει-
νωτικά αν και τον καταριέμια;
Γιατί με κατατρέχει
η παρουσία του;
-Μ' ακούς;
-Σ'ακούω.
Θέλω Γνώση, όχι πίστη
και υποθέσεις.
Θέλω να μ'αγγίξει ο Θεός,
να μου μιλήσει.
Αλλά σιωπά...
Του φωνάζω, αλλά είναι
σα να μην υπάρχει.
'Ισως να μην υπάρχει.
Τότε η ζωή είναι
φριχτή.
Πώς να ζήσει κανείς
με το θάνατο και το κενό;
Οι πιο πολλοί δεν
τα σκέφτονται αυτά.
Κάποια μέρα θ'αντιμετωπίσουν
το Σκοτάδι...
Εκείνη την Ημέρα...
Σήμερα έπαιξα σκάκι
με το Θάνατο.
Μου έδωσε διορία να διευθετήσω
ένα επείγον θέμα.
Ποιο θέμα;
Η ζωή μου ήταν ένα συνεχές
παιχνίδι, μία κίνηση.
Μια ομιλία χωρίς κανένα
νόημα, κενό...
Δεν έχω πικρία...
έτσι ζουν οι περισσότεροι.
Θέλω τη διορία
για κάτι χρήσιμο.
Γι'αυτό παίζεις σκάκι
με το θάνατο;
Είναι καλός, αλλά ακόμα
δεν έχασα κανένα πιόνι.
Πώς θα τον νικήσεις;
Παίζω με τον Ιππότη
και το 'Αλογο.
Θα κάνω πλάγια
επίθεση.
Θα το θυμάμαι
αυτό.
Είσαι ύπουλος και
με ξεγέλασες.
Θα ξανασυναντηθούμε
και θα βρω έναν τρόπο.
Θα παίξουμε πάλι
σκάκι, στο χάνι.
Κινώ το χέρι μου,
το αίμα κυλά μέσα του...
Ο ήλιος είναι ψηλά
στον Ουρανό...
και γώ ο Αντώνιος Μπλοκ
παίζω σκάκι με το Θάνατο.
Ο αφέντης μου και γώ
ήρθαμε από μακριά.
-Σταυροφορίες;
-Ακριβώς.
Δέκα χρόνια υποφέραμε,
δαγκώματα φιδιών...
κουνούπια, άγρια ζώα,
αιμοδιψείς βαρβάρους...
ξινά κρασιά,
βρωμιάρες γυναίκες...
'Ολα προς δόξαν
του Κυρίου.
Οι σταυροφορίες είναι
για τους ιδεολόγους.
Φοβερή η χολέρα, ε;
Κάτι χειρότερο.
'Οπως και να γυρίσεις,
ο πισινός παραμένει πίσω.
Ο πισινός πάντα πίσω...
Πολύ μεγάλη αλήθεια αυτή.
Λέγομαι Γιονς και
δε φοβάμαι το θάνατο.
Γελώ με τον εαυτό μου,
γελώ στα κορίτσια...
και ο κόσμος μου είναι
γελοίος για όλους.
Αδιαφορώ για τον παράδεισο
και την κόλαση.
Σε τι χρησιμεύει αυτή
η απαίσια σούπα;
Αυτή εκεί...
πλάγιασε με το διάβολο.
Και τη δέσατε;
Θα καεί αύριο
το πρωί...
αλλά πρέπει να διώξουμε
το διάβολο.
Με τη σούπα;
Είναι αίμα και χολή
μαύρου σκύλου.
Δεν την αντέχει
ο διάβολος.
Ούτε και γώ.
Είδες το διάβολο;
-Μην της μιλάς.
-Είναι επικίνδυνο;
Δεν ξέρω, αλλά αυτή
μας έφερε τη χολέρα.
""Η Μοίρα είναι άχαρη
και σύ ένα ρημάδι""...
""Μπορεί να είσαι ζωηρός
μα σ'έβαλε σημάδι"".
Είναι ανάγκη
να τραγουδάς;
Ξαφνιάστηκες;
'Ολοι ληστεύουν τους νεκρούς.
Θα πας στο χωριό
να το πεις;
Δεν έχει νόημα,
κανείς δεν ενδιαφέρεται.
Μη φωνάξεις,
κανείς δε θα σ'ακούσει.
Δεν είναι παράξενο;
Σε γνώρισα αν κι έχω
καιρό να σε δω.
Είσαι ο Ραβάλ
της Θεολογικής Σχολής.
Ο δ. Μιράμπιλις, Σελέστις
και Ντιάμπιλις.
Εσύ έπεισες τον αφέντη μου
να πάει στους 'Αγιους Τόπους.
Μήπως σε τρόμαξα;
Τώρα βλέπω γιατί χάσαμε
δέκα χρόνια εκεί...
Ζούσαμε καλά,είχαμε βολευτεί κι
ο Κύριος ήθελε να μας τιμωρήσει.
Μιλούσα με καλή πίστη.
Τώρα έγινες κλέφτης, κάτι
που ταιριάζει περισσότερο...
σ'ένα κόσμο καθαρμάτων
και απατεώνων.
Δε διψάω για αίμα.
Αν σε ξαναδώ, θα σε
σημαδέψω σαν κλέφτη.
'Ηρθα να πάρω νερό.
Λέγομαι Γιονς,
είμαι ένας ευχάριστος νέος...
που σκέφτομαι κι ενεργώ
μόνο έντιμα.
Θα μπορούσα να σε
είχα βιάσει...
μα δεν πιστεύω σ'συτό
το είδος του έρωτα.
Χρειάζομαι υπηρέτρια.
Ξέρεις να μαγειρεύεις;
Ελπίζω να έχει πεθάνει
η γυναίκα μου.
Θα χρειαστώ κάποια
οικονόμο.
'Ελα, λοιπόν!
Μου χρωστάς τη ζωή σου.
Τσαρλατάνοι!
Είναι γελοίοι...
Δεν παίζω στην αρχή,
θα πάω πίσω.
Μη με κοιτάτε έτσι!
Το άλογο πάνω στο
δένδρο κράζει...
Ο δρόμος φαρδύς,
η πύλη στενή...
Κι ο χάρος στην ακτή
χορεύει...
Η κότα βελάζει
στη λίμνη...
Μέρα κόκκινη,
το ψάρι πεθαμένο...
Κι ο χάρος στην ακτή
χορεύει...
Το φίδι στον ουρανό
πετάει...
Η κόρη είναι ωχρή,
το ποντίκι γελάει...
κι ο χάρος στην ακτή
τρέχει...
Το ελάφι σφυρίζει
με δυο δόντια...
Η αύρα βαραίνει,
τα κύματα λυσσάνε...
Κι ο χάρος στην ακτή
γυρεύει...
Η κότα βελάζει
στη λίμνη...
Μέρα κόκκινη,
το ψάρι πεθαμένο...
Η γουρούνα νιαουρίζει,
η γάτα γρυλίζει...
Η νύχτα απλώνει
τα σκοτάδια της...
Κι ο χάρος στην ακτή
στέκεται...
Ο Θεός έστειλε
έναν άγγελό Του...
Θα χαθούμε όλοι...
και σύ που είσαι σαν βόδι.
Και σύ που χα"ιδεύεις
τη μεγάλη σου κοιλιά.
Ο χάρος σέρνεται
πίσω σας...
Ο χάρος σέρνεται
πίσω σας...
Το δρεπάνι του αστράφτει
στα χέρια του.
Ποιον θα θερίσει
πρώτον;
Εσύ εκεί, θα είσαι
ζωντανός ως το βράδυ;
Εσύ γυναίκα, γεμάτη
ζωή και λαγνεία...
θα ζεις ως αύριο
τα χαράματα;
Εσύ, μυταρά με το ηλίθιο
χαμόγελό σου...
θα μολύνεις τη γη
γι'άλλον ένα χρόνο;
'Ολοι θα πεθάνετε,
σήμερα, αύριο, ή μεθαύριο...
Με ακούτε;
Είστε όλοι καταδικασμένοι!
Κύριε, ελέησέ μας
στην ταπείνωσή μας...
δείξε οίκτο για χάρη
του Υιού Σου του Ιησού.
Είναι γελοία όλα αυτά
για τους δαίμονες...
Θέλουν να τους
πιστέψουμε;
Γελάς, αλλά έχω διαβάσει
κι έχω ακούσει...
όλες τις ιστορίες
που λένε οι άνθρωποι.
Διάβασα γαι το Θεό,
για τον Ιησού Χριστό...
και δεν ένιωσα τίποτα
το ιδιαίτερο.
Γιατί φωνάζεις;
Είμαι ο Πλογκ, κι εσύ
είσαι ο Γιονς.
-Πολύ πιθανόν.
-Είδες τη γυναίκα μου;
Αν σου μοιάζει,
θα ξεχνούσα ότι την έχω δει.
Δεν την είδες, ε;
-'Ισως το έσκασε.
-'Εμαθες τίποτα;
'Οχι για τη γυναίκα σου.
Ρώτα στο χάνι.
Η χολέρα απλώθηκε σ'όλη
τη δυτική ακτή.
'Ολοι πεθαίνουν.
Μου έμεινε το εμπόρευμα.
Μιλάνε για την Κρίση
και υπάρχουν οιωνοί.
Λένε ότι κάποια γέννησε
μία μοσχαροκεφαλή.
Οι ταξιδιώτες σκορπίζουν
παντού τη χολέρα.
Ας διασκεδάσουμε, λοιπόν
τώρα που μπορούμε.
Πολλοί καίγονται
μόνοι τους...
αλλά οι παπάδες λένε
ότι είναι αμαρτία.
'Ηρθε το τέλος, αλλά
δεν το λέει κανείς.
Οι άνθρωποι τρελάθηκαν
απ'το φόβο.
-Εσύ φοβάσαι;
-Και βέβαια!
Οι άγγελοι κατεβαίνουν,
οι τάφοι ανοίγουν...
Θα είναι τρομερό
θέαμα.
Θέλεις το βραχιόλι;
-Δεν έχω λεφτά.
-Είναι ασημένιο.
Ναι, αλλά δε μπορώ.
Είδατε τη γυναίκα μου;
-Χάθηκε;
-Λένε ότι έφυγε.
-Το έσκασε;
-Μ'ένα θεατρίνο.
Αν έχει τόσο κακό γούστο,
ξέχνα την.
Σωστά, αλλά ήθελα
να την τσακίσω στο ξύλο.
Ναι, αυτό είναι εντελώς
διαφορετικό.
Θα σκοτώσω και το θεατρίνο
που την πήρε.
Είσαι νευρικός, ε;
'Εχεις δίκιο, υπάρχουν
πολλοί θεατρίνοι.
Σκότωσέ τον, αρκεί
που είναι θεατρίνος.
Του λες ψέματα.
Εγώ;
Είσαι θεατρίνος,
έφυγε με το φίλο σου.
Είσαι θεατρίνος;
Ναι, αλλά πολύ λίγο.
Θα σε σκοτώσουμε.
Είσαι αστείος.
Χλώμιασες...
'Εχεις ενοχές για κάτι;
Είναι αστείος, ε;
Καλά, δεν είναι.
Θα σε σημαδέψουμε λίγο
όπως τους κλέφτες.
Τι έκανες στη
γυναίκα μου;
Γιατί θέλετε να με δείρετε;
Δε σας πείραξα.
Θα φύγω αμέσως.
Σήκω επάνω και
μίλα δυνατά.
Στάσου με το κεφάλι
να σε δούμε.
Τι έκανες στη
γυναίκα μου;
Σήκω και χόρεψε.
-Δε μπορώ...
-Κάνε την αρκούδα.
Δε μπορώ...
Θα το δούμε αυτό.
Σήκω επάνω.
Δεν αντέχω άλλο.
Θυμάσαι, τι σου είπα
ότι θα σου κάνω;
Κρατάω το λόγο μου.
-Πώς λέγεται;
-Μίκαελ.
-Πόσων χρονών είναι;
-Ενός χρόνου.
Είναι αναπτυγμένος.
Ναι, έτσι νομίζω.
Δώσατε παράσταση
σήμερα;
'Ηταν τόσο άσχημη;
Είσαι πιο όμορφη τώρα,
χωρίς μακιγιάρισμα.
Λες;...'Εφυγε ο Σκατ,
μείναμε μόνοι.
Ο άντρας σου;
'Οχι, ο άντρας μου είναι
ο άλλος, ο Γιοφ.
Κατάλαβα.
Τώρα θα πρέπει να κάνουμε
πάλι ακροβατικά.
Είστε ακροβάτες;
Ναι, ο Γιοφ είναι
πολύ καλός.
Θα γίνει ακροβάτης
και ο Μίκαελ;
-Αυτό θέλει ο Γιοφ.
-Εσύ δε θέλεις;
Δεν ξέρω...
ίσως γίνει ιππότης.
Δε θα περνάει καλά,
πίστεψέ με.
Δε φαίνεσαι ευτυχισμένος...
Γιατί είσαι
δυστυχισμένος;
-'Εχω βαρετή παρέα.
-Τον ιπποκόμο σου;
-'Οχι αυτόν.
-Ποιον εννοείς;
Τον εαυτό μου.
-Καταλαβαίνω.
-Καταλαβαίνεις;
Ναι, συχνά απορώ που
βασανιζόμαστε χωρίς λόγο.
Τι έπαθες, Γιοφ;
Τι έκανες;
Κάθισε...Πού ήσουν;
'Ασε με να σε δω.
'Ηπιες στο χάνι;
Ούτε σταγόνα.
Μίλησες για αγγέλους
και διαβόλους;
Στον κόσμο δεν αρέσουν
οι φαντασιώσεις σου.
Δεν είπα λέξη.
Τότε, χόρεψες και
τραγούδησες;
Πάντα κάνεις
βλακείες.
Κοίτα, τι σου έφερα.
Μα δεν έχεις λεφτά.
Στο πήρα όμως.
Με χτύπησαν πολύ...
Δεν αντέδρασες;
Θύμωσα, αλλά δε σήκωσα
το χέρι μου.
Πίστεψέ με, βρυχήθηκα
σα λιοντάρι.
-Φοβήθηκαν;
-Γέλασαν.
Είδες πόσο ωραία
μυρίζει;
'Εχει βαρύ κόκκαλο
και σώμα ακροβάτη.
Ο άντρας μου ο Γιοφ.
Καλησπέρα.
'Εχετε ωραίο γιο,
θα σας δώσει μεγάλη χαρά.
Καλός είναι...
'Εχουμε κάτι να προσφέρουμε;
Δε θέλω τίποτα.
Μάζεψα αγριοφράουλες
και άρμεξα λίγο γάλα.
Θα είναι τιμή μας
να δεχτείς το φαγητό μας.
Καθίστε, θα τα φέρω.
Πού πάτε;
Στο πανηγύρι
του 'Ελσινορ.
-Δεν είναι φρόνιμο.
-Γιατί;
Η χολέρα έχει απλωθεί
σ'όλη τη δυτική ακτή.
Πολύ κακό αυτό.
Ελάτε μαζί μου στο κάστρο μου
και μετά πάτε στη δυτική ακτή.
Είναι αγριοφράουλες
και πολύ μεγάλες.
Μυρίστε τες.
-Καλή όρεξη.
-Ευχαριστώ πολύ.
Είναι καλή πρόταση.
Θα τη σκεφθώ.
Θα είναι ωραία να έχουμε
συντροφιά στο δάσος.
'Εχει φαντάσματα
και στοιχειά.
Θα το σκεφθώ, γιατί τώρα
που έφυγε ο Σκατ...
εγώ είμαι θιασάρχης.
""Εγώ είμαι ο θιασάρχης"",
ανόητε...
Θέλετε φράουλες;
Αυτός μ'έσωσε.
Καθίστε και φάτε μαζί μας.
Σας ευχαριστώ πολύ.
-Ωραία στιγμή.
-Σύντομη όμως.
'Ολες οι μέρες
είναι ίδιες.
Το καλοκαίρι είναι
καλύτερο απ'το χειμώνα.
'Ομως η καλύτερη εποχή
είναι η άνοιξη.
'Εγραψα ένα τραγούδι για
την άνοιξη. Θα το πω.
'Οχι, ίσως να μην αρέσει
στους καλεσμένους μας.
Γράφω κι εγώ
τραγούδια.
'Εχω γράψει ένα για
κάποιο ανόητο ψάρι...
αλλά μερικοί δεν εκτιμούν
την τέχνη μου.
Είμαι ευαίσθητος
σ'αυτά.
Ο κόσμος υποφέρει.
Η συντροφιά βοηθάει...
'Εχεις γυναίκα;
Νομίζω, ναι.
-Τι κάνει τώρα;
-Δεν ξέρω.
'Ηταν η αγαπημένη σου;
'Ημασταν νιόπαντροι,
παίζαμε και γελούσαμε...
έγραφα τραγούδια
για τα μάτια της...
χορεύαμε, το σπίτι
ήταν γεμάτο ζωή.
Θέλεις φράουλες;
Η πίστη είναι σαν κάποιον
στο σκοτάδι...
που δεν έρχεται όταν
του φωνάζεις.
Πόσο αδιάφορα μου φαίνονται
όλα, τώρα που είμαι μαζί σας.
Δεν είσαι πια
θλιμμένος.
Θα θυμάμαι αυτή
τη στιγμή.
Η ηρεμία, το λυκόφως,
οι αγριοφράουλες...
το γάλα,
τα πρόσωπά σας...
Ο Μίκαελ,
ο Γιοφ με τη λύρα...
Θα προσπαθήσω να θυμάμαι
όλα όσα είπαμε...
και θα τα φυλάω προσεκτικά
στη μνήμη μου...
όπως ένα κύπελο ξέχυλο
με φρέσκο γάλα.
Αυτή θα είναι μια
παρηγοριά για μένα.
Σε περίμενα.
Συγνώμη που
καθυστέρησα.
Ξέρεις τα σχέδιά μου,
γι'αυτό υποχωρώ.
Γιατί χαίρεσαι;
Είναι μυστικό.
'Οπως θέλεις...
Παίρνω τον ιππότη σου.
Σωστή κίνηση.
Μου έστησες παγίδα;
Ναι, κι έπεσες μέσα.
Απειλώ το βασιλιά σου.
Γιατί γελάς;
Μη σε νοιάζει,
σώσε το βασιλιά σου.
Είσαι αλαζόνας.
Μου αρέσει το σκάκι.
Παίξε πιο γρήγορα,
δεν έχω χρόνο.
Το ξέρω, αλλά η παρτίδα
χρειάζεται χρόνο.
Δε θα το αποφύγεις.
Θα συνοδέψεις τους
θεατρίνους στο δάσος;
Μιλώ για την οικογένεια.
-Γιατί ρωτάς;
-'Ετσι, χωρίς λόγο.
Είδες τον Γιόνς;
Είναι στο χάνι.
Είσαι ο σιδεράς Πλόγκ...
Καλησπέρα.
Κλαις τη μοναξιά σου;
Ναι, ο σιδεράς κλαίει
σα μυξιάρικο κουνέλι.
-Για τη γυναίκα σου;
-Δεν τη βρήκα ακόμα.
Και τις θέλουμε πολύ,
και μας παιδεύουνε...
Πρέπει να τις σκοτώνουμε
όταν μας αγαπάνε.
Η γυναικεία γκρίνια...
Οι παιδικές πάνες...
Τα μυτερά νύχια...
Τα χτυπήματα
της πεθεράς...
Κι όταν θέλεις
να κοιμηθείς...
Μια νέα μελωδία...
Κλάματα και κλαψουρίσματα...
Γιατί δε με φιλάς;
Γιατί δεν τραγουδάς;
Γιατί δε μ'αγαπάς;
Γιατί δε με κοιτάς;
Συνέχεια ροχαλίζεις...
Να είσαι ευχαριστημένος
που έφυγε.
Θα τους πιάσω τη μύτη
με τσιμπίδα...
Θα τους χτυπήσω με το σφυρί
και θα τους λιώσω με τη βαριά.
-Πάλι κλαις;
-'Ισως την αγαπάω.
Ανόητε...η αγάπη δεν είναι
παρά μόνο λαγνεία...
πολλά ψέματα, υπουλία,
απάτη και βλακεία.
Πάντως πονάει.
Ναι, είναι η χειρότερη χολέρα,
αλλά πάντοτε περνάει.
Η δική μου, όχι.
Πολύ σπάνια πεθαίνει
κανείς από αγάπη.
'Οπως ο κόσμος, ο έρωτας
είναι τέλεια ατελής.
Είσαι ευτυχισμένος,
έχεις τα πιστεύω σου.
Μου αρέσει να δίνω
συμβουλές σε όλους.
Είμαι ένας λόγιος.
Να έρθω μαζί σου;
Αν πάω πίσω, θα γελάνε όλοι.
'Ελα, αρκεί να μην
κλαψουρίζεις.
Γιονς...
Αδερφούλη...
Πρόσεχε, θέλει
καυγά!
'Οχι, κλαίει.
Συγνώμη, αν σε πείραξα.
Δος μου το χέρι σου.
'Ελα στην αγκαλιά μου.
Ευχαριστώ, αργότερα...
τώρα βιάζομαι.
-Τι βλέπω εκεί;
-Βλέπεις κάτι;
Είναι η αγαπημένη μου
με το θεατρίνο.
-Πρόσεχε!
-Εσύ να προσέχεις!
Εσύ πρόσβαλες την αγαπημένη
μου Κανιγκούντα;
Πώς την είπες;
Κανιγκούντα...
Κουφός είσαι;
Τη λένε Λίζα.
Βρωμιάρα Λίζα και άπιστη.
Είναι κτήνος.
'Οσο για σένα,
είσαι ένα κάθαρμα!
Τι κτήνος...
Γιε σκύλας,
αν φορούσα τα κουρέλια σου...
θα ντρεπόμουν τόσο
που θ'αυτοκτονούσα.
-Παρφουμαρισμένε...
-Και άχρηστε.
Και άχρηστε, που μπορώ
να σε στείλω στην κόλαση...
για να μπορείς
να λες...
Να λες μονολόγους...
Να λες μονολόγους
στο διάβολο...
Πρόσεξε μη σου πετάξω
τ'άντερα έξω...
και δε θα μπορείς
να κάνεις πια κόλπα.
Μη γελάς,
είναι σοβαρό.
Στα νότια, μπορείς
να βρεις πιθήκους.
Και λοιπόν;
Αγαπημένε μου, Πλόγκ...
συγχώρεσέ με για όλα...
Τώρα θα κλάψει.
Θέλω να κλάψω...
Αυτός ο άνθρωπος
με πρόσβαλε βαριά.
'Ακου, Κανιγκούντα...
Θα του πει
για φαγητό.
Μόλις πάμε σπίτι, θα σου φτιάξω
χοιρινό έτσι όπως σου αρέσει.
Πρώτα όμως,
θα σκοτώσω αυτόν.
Σκότωσέ τον,
δεν το συμπαθώ πια.
Κύριε, γιατί μας έδωσες
τις γυναίκες;
'Εχει ψεύτικο γένι και δόντια,
του αξίζει να τον σκοτώσεις.
Δεν πρόκειται να σου ζητήσω
συγγνώμη, φίλε.
Εμπρός, σκότωσέ με.
Τι είπες;
Ο ηθοποιός μπέρδεψε
τον αντίπαλο.
Πρέπει ν'αντισταθεί.
Δε μπορώ
αν δε θυμώσω.
Θα καρφώσω το μαχαίρι
στο στήθος μου...
και η πραγματικότητα
θα πάψει να υπάρχει.
Δεν είπαμε κι έτσι...
Σε συγχωρώ, Κανιγκούντα.
Αντίο, φίλε μου...
Κρίμα, είχα αρχίσει
να τον συμπαθώ...
Είναι νεκρός...
Είναι πάρα πολύ νεκρός.
Είναι πολύ θλιβερό
αν κι ήθελε να πεθάνει.
Κι εγώ έχω αυτήν!
'Εχεις πάλι τη Λίζα σου.
Δε χαίρεσαι;
Γιόνς, η ζωή είναι...
Μην το σκέφτεσαι.
Είναι παλαβή!
Πολύ καλή παράσταση,
είμαι έξοχος ηθοποιός.
Θ'ανέβω σ'ένα δένδρο
να μη με φάνε οι λύκοι.
Αύριο θα πάω μαζί
με το Γιοφ και τη Μία.
Ας τραγουδήσω...
""Είμαι πουλί που κελαηδάει"".
'Ηρθαν ξυλοκόποι;
Κόβεις το δένδρο μου...
Τι κάνεις εκεί;
Δε μπορείς
να μου μιλήσεις;
'Εφτασε η ώρα σου.
Μα, βιάζομαι!
-Γιατί;
-'Εχω παράσταση.
Ματαιώθηκε...
πέθανε ένας θεατρίνος.
-'Εχω συμβόλαιο.
-Ακυρώθηκε.
-'Εχω οικογένεια...
-Ντροπή σου, Σκατ...
Ντρέπομαι...
Δεν υπάρχουν άλλοι κανόνες;
Τώρα όχι.
Κάποια εξαίρεση;
Φάνηκε το φεγγάρι.
Θα βλέπουμε το δρόμο.
'Οχι, δε μου αρέσει.
-Είναι μεγάλη ησυχία.
-Ναι, έχει άπνοια.
Η ησυχία είναι
υπερβολική.
Κανένας ήχος...
-Ούτε αλεπού...
-Ούτε κουκουβάγια...
Ούτε ανθρώπινη φωνή,
εκτός από εμάς...
Πού την πηγαίνετε;
Στην πυρά.
Γιατί την καίτε εδώ;
Ο κόσμος χρειάζεται
διασκέδαση.
Σώπα, κουβαλά μαζί της
το διάβολο.
Τότε, και οι οκτώ
είστε παλικάρια.
Πληρωνόμαστε, είναι
εθελοντική αποστολή.
Μ' ακούς;
'Ησουν με το διάβολο;
Γιατί ρωτάς;
'Οχι, από περιέργεια.
Θέλω να τον δω και γώ.
Γιατί;
Να τον ρωτήσω για το Θεό...
Πρέπει να ξέρει.
-Τον βλέπεις όποτε θέλεις.
-Πώς;
Κάνε ό,τι σου λέω.
Κοίταξέ με στα μάτια.
Τον βλέπεις;
Βλέπω μόνο φόβο,
τίποτα άλλο.
Τίποτα; Κανέναν;
'Οχι.
Δεν είναι πίσω σου;
Δεν είναι.
Είναι μαζί μου παντού,
τον αγγίζω.
Είναι και τώρα εδώ,
η πυρά δε θα με κάψει.
-Σου το είπε;
-Το ξέρω.
Στο είπε;
Το ξέρω. Πρέπει να
τον δεις κάπου εδώ.
Οι παπάδες και οι στρατιώτες
τον είδαν.
Φοβούνται να
μ'αγγίξουν.
Γιατί της σπάσατε
τα χέρια;
-Μη ρωτάς εμάς.
-Ποιος το έκανε;
Ρώτα τον καλόγερο.
Τι της έκανες;
Δεν παύεις ποτέ
να ρωτάς;
Ποτέ.
'Ομως δεν παίρνεις
απάντηση.
Δεν έχει νόημα να την ελευθε-
ρώσουμε...είναι σα νεκρή.
Μην την πλησιάζετε.
Πάρε αυτό,
δε θα πονάς.
Τι βλέπει;
Δεν πονάει πια.
Δεν απάντησες...
Ποιος τη φροντίζει;
Ο Θεός, ο Σατανάς,
ή το Κενό;
Δε μπορεί να είναι
έτσι.
Κοίταξέ την, τώρα
ανακαλύπτει το κενό.
'Οχι.
Βλέπουμε αυτό που βλέπει
και φοβόμαστε...
Είναι παιδί...
δε μπορώ να τ'αντέξω!
""Υμνεί το Χριστό,
χαρά μεγάλη στον Ουρανό""...
Ξημερώνει, αλλά η ζέστη
είναι αφόρητη.
Φοβάμαι πολύ.
Νιώθουμε ότι κάτι
θα συμβεί.
'Ισως είναι
η τελευταία μέρα.
Δωστε μας λίγο νερό...
'Εχω χολέρα...
Κρατήσου μακριά!
Φοβάμαι να πεθάνω!...
Δε θέλω να πεθάνω!...
Δε με λυπάστε;
Μιλήστε μου λίγο.
Δεν έχει κανένα νόημα,
το ξέρω.
Θα πεθάνω...
Τι θα μου συμβεί;
Μιλήστε μου...
Λυπηθείτε με...
Πεθαίνω...
Δώστε μου λίγο νερό...
Σου λέω ότι δεν έχει
κανένα νόημα.
Σε παρηγορώ.
Θα τελειώσουμε
την παρτίδα;
Εσύ παίζεις.
Πήρα τη βασίλισσά σου.
Δεν το πρόσεξα.
-Μία...
-Τι θέλεις;
Βλέπω κάτι φοβερό,
δε μπορώ να σου πω...
Τι βλέπεις;
Ο ιππότης παίζει
σκάκι.
Είναι φοβερό
αυτό;
Βλέπεις με ποιον
παίζει;
Παίζει μόνος του,
μη με τρομάζεις.
-Δεν είναι μόνος.
-Με ποιον είναι;
Παίζει σκάκι με
το θάνατο.
Μη μιλάς έτσι.
Πρέπει να φύγουμε.
Δε μπορούμε.
Είναι αφοσιωμένοι,
δε θα μας προσέξουν.
Σειρά σου, Αντώνιε Μπλοκ.
'Εχασες το ενδιαφέρον σου;
Το αντίθετο.
Μου κρύβεις κάτι;
Τίποτα δε σου
ξεφεύγει.
Τίποτα και κανείς.
Ναι, κάτι έχω...
Φοβάσαι.
Ξεχνώ τις θέσεις.
Εγώ όχι...Δε θα ξεφύγεις
έτσι εύκολα.
-'Ομως κάτι βλέπω.
-Τι βλέπεις;
Θα σου κάνω ματ.
Σωστά.
Χάρηκες την καθυστέρηση;
Πολύ.
Ωραία.
'Οταν θα συναντηθούμε
ξανά...
θα πάρω εσένα και
τους συντρόφους σου.
Και θ'αποκαλύψεις
τα μυστικά σου.
Δεν έχω μυστικά.
Δεν ξέρεις τίποτα;
'Οχι, δεν ξέρω.
Τι παράξενο φως...
Θα ξεσπάσει καταιγίδα
ως το πρωί.
Είναι κάτι άλλο, φοβερό.
Ακούς το βρόντο;
Θα βρέξει.
Δεν είναι βροχή.
Μας είδε, μας ακολουθεί...
έρχεται προς τα δώ.
Μπες γρήγορα στην
άμαξα, Μία.
Περνάει ο 'Αγγελος
της Καταστροφής.
Νιώθεις την παγωνιά;
Με ειδοποίησαν
ότι επιστρέφεις.
Σε περίμενα, οι άλλοι έφυγαν
εξαιτίας της χολέρας.
Δε μ'αναγνωρίζεις;
Κι εσύ άλλαξες.
Ναι, εσύ είσαι...
Στα μάτια σου,
στο πρόσωπό σου...
κρυμμένο είναι το αγόρι
που έφυγε πριν από χρόνια.
'Ολα τέλειωσαν τώρα.
Το μετάνιωσες;
'Οχι, αλλά είμαι λίγο
κουρασμένος.
Το βλέπω.
Αυτοί είναι φίλοι μου.
Ελάτε μέσα,
θα σερβίρω πρωινό.
Και ότε ήνοιξε
την σφραγίδα την εβδόμη...
εγένετο σιγή εν ουρανώ
ως ημιώριον.
Και είδον επτά αγγέλους
ενώπιον του Θεού...
και εδόθησαν αυτοίς
επτά σάλπιγγες.
Και ο πρώτος
εσάλπισε...
Και εγένετο χάλαζα
και πυρ και αίμα...
και εβλήθη
εις την γην...
και το τρίτον των δένδρων
κατεκάη.
Και ο δεύτερος άγγελος
εσάλπισε...
και ως όρος μέγας
πυρί καιόμενον...
εβλήθη εις την
θάλασσαν...
και εγένετο το τρίτον
της θαλάσσης αίμα.
Είναι κανείς έξω;
Δεν είδα κανέναν.
Και ο τρίτος άγγελος
εσάλπισε...
και έπεσεν εξ ουρανού
αστήρ μέγας καιόμενος...
και το όνομά του αστέρος
ήτο 'Αψινθος...
Καλημέρα, κύριε.
Είμαι η Κάριν, η γυναίκα
του ιππότη. Καλωσόρισες.
Είμαι σιδεράς, και μάλιστα
πολύ καλός.
Η γυναίκα μου, Λίζα...
Κάνε υπόκλιση...
Καμιά φορά μαλώνουμε,
αλλά όχι πολύ.
Εκ του σκότους
σε καλώ, Κύριε...
Ελέησόν μας, ότι ελάχιστοι
και αμαθείς...
Στο σκοτάδι που λες
ότι είσαι...
Κανείς δεν ασχολείται
με τους θρήνους σου.
Σκούπισε τα δάκρυα
και συγκρατήσου.
Κύριε, Εσύ που βρίσκεσαι
κάπου, λυπήσου μας!
Θα σου έδινα βότανο,
αλλά είναι αργά τώρα.
Νιώσε το θρίαμβο
ότι κινείσαι ακόμα!
Σιωπή!
Σωπαίνω διαμαρτυρόμενος.
'Ηρθε η ώρα...
Μία, τους βλέπω...
Τους βλέπω!
Είναι εκεί, στον μαυρισμένο
ουρανό...
ο σιδεράς, η Λίζα, ο ιππότης,
ο Γιόνς, ο Σκατ...
Ο θάνατος τους καλεί
να χορέψουν...
θέλει να κρατηθούν
απ'το χέρι, στη σειρά.
Μπρος πάει αυτός
με το δρεπάνι του...
και τελευταίος ο Σκατ
με τη λύρα του.
Χορεύουν φεύγοντας
μακριά από τον ήλιο.
Πάνε στο σκοτάδι
ενώ πέφτει η βροχή...
και ξεπλένει τ'αλμυρά
δάκρυά τους.
Εσύ και τα οράματά σου...