Tip:
Highlight text to annotate it
X
Η ταινία βασίστηκε σε αληθινή ιστορία.
Νέα Υόρκη, 1970
Τι διάβολο είναι αυτό;
- Τι τρέχει;
- Χτύπησα τίποτα;
Τι είναι αυτό, γαμώ το;
Μάλλον σ' έπιασε λάστιχο.
'Οχι.
Σταμάτα στην άκρη να ελέγξεις.
Ζει ακόμη, ο σκατιάρης!
Ψόφα, γαμιόλη!
Κοίταξέ με!
Από τότε που θυμάμαι,
πάντα ήθελα να γίνω γκάνγκστερ.
Για μένα...
το να είσαι γκάνγκστερ ήταν καλύτερο
απ' το να είσαι Πρόεδρος των Η.Π.Α.
Ανατολική Νέα Υόρκη, Μπρούκλυν, 1955
Και πριν πάω στη πιάτσα
για απογευματινή δουλειά...
ήξερα ότι ήθελα να γίνω δικός τους.
'Ηξερα ότι η θέση μου ήταν εκεί. Για μένα,
αυτό σήμαινε ότι ήμουν κάποιος...
σε μια γειτονιά από μηδενικά.
Δεν έμοιαζαν με κανένα άλλο.
'Εκαναν ό,τι γούσταραν.
Παρκάριζαν μπροστά σε κρούνους
και δεν έπαιρναν κλήση.
'Επαιζαν χαρτιά όλη τη νύχτα...
και κανείς δε φώναζε τους μπάτσους.
Τόνυ Στακς. Τι κάνεις;
Ο Τούντυ Σίσερο.
Αυτός είναι ο πιτσιρικάς;
Ο Τούντυ έκανε κουμάντο στην πιάτσα
και την πιτσαρία...
και σε άλλα μέρη, για τον αδερφό του,
τον Πωλ που ήταν τ' αφεντικό.
Ο Πώλι μπορεί να ήταν αργός...
αλλά γιατί δεν είχε ανάγκη να κουνηθεί
για κανέναν.
- Εσύ φταις.
- 'Οχι, εσύ άρχισες.
Εγώ άρχισα; Εσύ φταις.
Αρχικά, οι γονείς μου χάρηκαν
που βρήκα δουλειά εκεί κοντά.
Ο πατέρας μου, ήταν Ιρλανδός,
άρχισε να δουλεύει στα 11 του.
Του άρεσε που βρήκα δουλειά.
Πάντα έλεγε ότι τ' Αμερικανάκια
ήταν τεμπελόσκυλα.
Χένρυ, πρόσεχε στο δρόμο!
Και φέρε γάλα!
Η μητέρα χάρηκε όταν
έμαθε ότι οι Σίσερο...
ήταν απ' το ίδιο μέρος της
Σικελίας μ' αυτήν...
αυτό ήταν η απάντηση στις προσευχές της.
'Ημουν το πιο τυχερό παιδί στον κόσμο.
Πήγαινα παντού κι έκανα ό,τι ήθελα.
Τους ήξερα όλους και με ήξεραν όλοι.
Ο Τούντυ μ' άφηνε να παρκάρω
τις Κάντιλακ των μαφιόζων.
Και να'μαι, να μη φτάνω
καν το τιμόνι...
και να παρκάρω Κάντιλακ.
Σύντομα, όμως...
οι γονείς μου άλλαξαν
γνώμη για τη δουλειά.
Γι' αυτούς ήταν μια δουλειά μερικής
απασχόλησης. Για μένα...
ήταν μόνιμη.
Αυτό ήθελα να κάνω μόνο.
’νθρωποι σαν τον πατέρα μου
δεν το κατάλαβαν ποτέ, αλλά ανήκα κάπου.
Μ' αντιμετώπιζαν σαν μεγάλο.
Πες του 519.
Κάθε μέρα, μάθαινα να τα κονομάω.
'Ενα δολάριο από δω, ένα δολάριο από κει.
Ζούσα σ' ένα όνειρο.
Τα πήγες καλά στο σχολείο;
Ο πατέρας ήταν μονίμως τσατισμένος.
Τσατισμένος που έβγαζε λίγα χρήματα,
που ο αδερφός μου...
ήταν σ' αναπηρική καρέκλα.
Τσατισμένος που εφτά άτομα
ζούσαμε σ' ένα καλύβι.
Μίλα μου γι' αυτό.
Γράμμα απ' το σχολείο.
Λεει ότι έχεις να πατήσεις μήνες.
Μήνες!
Είσαι ένας αλήτης!
Αλήτης θέλεις να γίνεις;
Αλλά μετά από λίγο, ήταν κυρίως τσατισμένος
γιατί σύχναζα στην πιάτσα.
'Ηξερε τι γινόταν εκεί.
Που και που τις έτρωγα.
Αλλά δεν μου καιγόταν καρφί.
Οπως το έβλεπα εγώ...
όλοι τις τρώνε κάποια φορά.
Δεν μπορώ να δουλεύω πια.
Θα μας τα σκατώσεις όλα.
Ο μπαμπάς λέει ότι θα με σκοτώσει. Κοίτα!
'Ελα μαζί μου.
- Αυτός εκεί είναι;
- 'Οχι.
- Μήπως εκείνος;
- 'Οχι.
- Αυτός είναι.
- Φέρτε τον.
Συγγνώμη.
'Ελα εδώ, καριόλη!
- Τον ξέρεις το μικρό;
- Ναι.
- Ξέρεις πού μένει;
- Ναι.
- Πηγαίνεις γράμματα στο σπίτι του;
- Ναι.
Στο εξής, κάθε γράμμα απ' το σχολείο,
θα έρχεται κατευθείαν εδώ.
Κατάλαβες;
Αν ξαναπάει σπίτι του άλλο γράμμα
απ' το σχολείο...
θα σε χώσω στο φούρνο με το κεφάλι.
Αυτό ήταν! Τέρμα τα γράμματα
από επιμελητές και σχολείο.
Μάλιστα, όλα τα γράμματα σταμάτησαν.
Σε λίγο, η μητέρα πήγε στο ταχυδρομείο
να παραπονεθεί.
Πώς θα πήγαινα στο σχολείο μετά απ' αυτό...
να λέω τον εθνικό ύμνο
και ν' ακούω πατριωτικές τρίχες;
Ο Πώλι μισούσε τα τηλέφωνα.
Δεν έβαζε στο σπίτι του.
Τηλεφώνησε ο Μίκι.
Πάρ' τον εσύ.
'Επαιρνε τα τηλεφωνήματα από δεύτερο χέρι.
Μετά έπρεπε να τηλεφωνείς εσύ στον κόσμο.
'Εχεις ένα κέρμα; Πάρ' τον τηλέφωνο.
Υπήρχαν τύποι που όλη μέρα
τηλεφωνούσαν για τον Πώλι.
Αν και πολυάσχολος...
δε μιλούσε ούτε σε 6 άτομα.
Για προβλήματα των συνδικάτων...
ή παράπονα για τη λοταρία...
μόνο οι μεγάλοι μιλούσαν με τον Πώλι.
Ολα πρόσωπο με πρόσωπο.
Σιχαινόταν τις συνεδριάσεις.
Δεν ήθελε ν' ακούει κανείς τι έλεγε...
ή τι του έλεγαν...
Εκατοντάδες εξαρτιόνταν από αυτόν
και του έδιναν προμήθεια.
Σαν τον παλιό φόρο τιμής,
μόνο που το έκαναν στην Αμερική.
Ο Πώλι προσέφερε προστασία
απ' αυτούς που τους έκλεβαν.
Αυτό ήταν που δεν κατάλαβε ποτέ
το Εφ Μπι ’ι.
Ο Πώλι κι η Μαφία προστατεύε
τους ανθρώπους...
που δεν μπορούσαν να πάνε στους μπάτσους.
Αυτό ήταν όλο!
Είναι κάτι σαν αστυνομία
για τους γκάνγκστερς.
Οι άνθρωποι ήξεραν ότι δούλευα
για κάποιον σπουδαίο.
Δεν περίμενα στην ουρά
στο φούρνο την Κυριακή.
Ο φούρναρης ήξερε με ποιον ήμουν...
Οσοι κι αν περίμεναν...
εμένα εξυπηρετούσε πρώτον.
Οι γείτονες σταμάτησαν να παρκάρουν
στο δρόμο μας. Κι ας μην είχαμε αυτοκίνητο.
Στα 13 μου...
κέρδιζα πιο πολλά από κάθε μεγάλο
στη γειτονιά.
Τα είχα όλα!
Μια μέρα...
κάτι γειτονόπαιδα κουβάλησαν
τα ψώνια της μαμάς.
Ξέρετε γιατί;
Από σεβασμό.
Πώς σου φαίνομαι;
Δεν είναι τέλεια τα παπούτσια;
Σαν γκάνγκστερ είσαι!
Με πυροβόλησαν. Βοήθεια!
Χένρυ, κλείσε την πόρτα.
'Ηταν η πρώτη φορά που έβλεπα
να πυροβολούν κάποιον.
Να μου λείπουν αυτά εδώ.
Δεν τα θέλω στο μαγαζί μου.
Θυμάμαι που τον λυπήθηκα, αλλά...
πίστευα ότι ο Τούντυ είχε δίκιο.
'Ηξερα ότι ο Πώλι δεν ήθελε
να πεθάνει κανείς στο κτίριο.
Είσαι κόπανος! Χάλασες οκτώ ποδιές γι' αυτόν.
Τι σ' έπιασε;
Πρέπει να τον σκληρύνω τον μικρό.
'Ηταν η χρυσή εποχή!
Κι οι "κολλητοί" ήταν παντού.
'Ηταν πριν το Απαλάτσιν
και πριν ο Τρελός Τζο...
προκαλέσει το αφεντικό
και ξεκινήσει τον πόλεμο.
Τότε, γνώρισα τον κόσμο.
Και τότε πρωτογνώρισα τον Τζίμυ Κόνγουεη.
Δεν θα' ταν πάνω από 28-29,
αλλά ήταν ήδη ένας θρύλος.
Μόλις έμπαινε μέσα, όλοι τρελαίνονταν.
'Εδινε στον πορτιέρη 100 δολ.
γιατί του άνοιγε την πόρτα.
'Εδινε εκατοστοδόλαρα σ' όσους μοίραζαν
τα χαρτιά.
Ο μπάρμαν έπαιρνε 100 δολ.
για να κρατά τα παγάκια.
Ο Ιρλανδός είναι εδώ
για να πάρει τα λεφτά του Ιταλού.
- Θέλεις ένα ποτό;
- Ουίσκι με σέβεν-απ.
Να σου γνωρίσω το Χένρυ.
Τι κάνεις;
Ευχαριστώ.
Συνέχισε να τα φέρνεις.
Ολοι στην πόλη έτρεμαν το Τζίμυ.
Πρωτομπήκε φυλακή στα 11
κι άρχισε εκτελέσεις στα 16.
Οι εκτελέσεις δεν τον ενοχλούσαν.
'Ηταν μια δουλειά.
Αυτό που τον ξετρέλαινε όμως,
ήταν να κλέβει.
Το απολάμβανε πραγματικά!
'Ηταν ο τύπος που υποστηρίζει
τους κακούς στις ταινίες.
Δώσ' μου το πορτοφόλι σου.
'Ισως να μας ξέρεις,
αλλά εμείς ξέρουμε ποιος είσαι.
'Ηταν ο μεγαλύτερος κλέφτης της πόλης...
σε ποτά, τσιγάρα, ξυραφάκια,
γαρίδες και αστακούς.
Οι γαρίδες και αστακοί έφευγαν γρήγορα.
'Ηταν εύκολες μπάζες.
Στα έδιναν χωρίς πρόβλημα.
Τον φώναζαν ο Τζίμυ ο Κύριος.
Βοήθησε την κυρία.
Οι οδηγοί τον λάτρευαν. Του σφύριζαν...
τα καλά φορτία.
Βέβαια, όλοι έπαιρναν μερίδιο.
Ευχαριστώ, θα έρθω αργότερα για τα υπόλοιπα.
Χένρυ, έλα εδώ.
Να σου γνωρίσω τον Τόμυ.
Θα δουλεύετε μαζί, έτσι;
Τζίμυ, βούτηξες τίποτα καλό;
Οταν οι μπάτσοι έστειλαν ολόκληρο στρατό
για να τον σταματήσουν. Τι έκανε;
Τους έκανε συνεταίρους.
Θα παραπονιόμουν, αλλά ποιός νοιάζεται;
- Τι χρειάζεσαι;
- Δύο Λάκι Στράικ.
- Ορίστε.
- Ευχαριστώ.
- Τι χρειάζεσαι;
- Ενα Πάλμερ.
Τι κάνεις;
- Δεν πειράζει.
- Ποιός το είπε, η μάνα σου;
Πόσα Πάλμερ θέλεις;
- Πού βρήκες τα τσιγάρα;
- Πάρ' τον από δω.
- Εντάξει.
- Δεν είναι εντάξει.
- Δεν καταλαβαίνεις.
- Το μαγαζί έκλεισε.
- Μπαγλάρωσαν το Χένρυ.
- Πού;
Στο εργοστάσιο.
Η πολιτεία της Ν. Υόρκης κατά του Χένρυ Χιλ.
Υπόθεση υπ' αριθμόν 704162.
Εγώ είμαι, κύριε.
Στάσου εκεί.
Προχωρήστε.
Συγχαρητήρια.
Είναι δώρο αποφοίτησης.
- Μα με έπιασαν.
- 'Ολους τους πιάνουν, αλλά φέρθηκες εντάξει.
- Δεν τους είπες τίποτα.
- Νόμιζα πως θα θύμωνες.
Είμαι περήφανος για σένα.
Το δέχτηκες σαν άντρας...
και έμαθες τα δύο βασικά πράγματα.
Κοίταξέ με.
Να μην καρφώνεις ποτέ φίλο...
και να κρατάς το στόμα κλειστό.
Νάτος!
'Εσπασες την παρθενιά σου!
Συγχαρητήρια!
Αεροδρόμιο Αιντλουάιλντ
Οταν μεγάλωσα, φορτία 30 δισεκατομμυρίων...
μετακινόντουσαν στο Αιντλουάιλντ
κι εμείς προσπαθούσαμε να τα κλέψουμε.
Μεγαλώσαμε κοντά στο αεροδρόμιο.
Ανήκε στον Πώλι. Είχαμε φίλους και
συγγενείς που δούλευαν εκεί.
Μας έλεγαν το τι έμπαινε και τι έβγαινε.
Αν οι εταιρίες μας δυσκόλευαν...
τα συνδικάτα του Πώλι
τους εκβίαζαν με απεργία. 'Ηταν τέλεια.
Βγάζαμε πιο πολλά απ' το τζόγο
κι ο Τζίμυ έκανε κουμάντο.
Οταν χρειαζόμασταν λεφτά,
ληστεύαμε το αεροδρόμιο.
Για μας ήταν καλύτερα κι από τράπεζα.
'Εχεις τηλέφωνο;
Δυο αραπάδες μου έκλεψαν το φορτηγό.
Το πιστεύεις;
'Ημασταν ο Τζίμυ, ο Τόμυ...
κι εγώ.
Και ο ’ντονι Σταμπίλ.
Ο Φράνκι Καρμπόουν.
Ο αδερφός του Μο Μπλακ, ο Χοντρός ’ντυ.
Κι οι δικοί του. Ο Φράνκυ ο Ιταλιάνος...
κι ο Φρέντυ ο Κοψομύτης.
Μετά ήταν ο Πητ ο Φονιάς,
αδερφός της Σάλυ Μπωλς.
Ο Νίκυ ο Γυαλάκιας...
ο Μάικι Φραντσέζι.
Ο Τζίμυ ο Διπλός,
γιατί τα έλεγε όλα δυο φορές.
Θα φέρω τις εφημερίδες, τις εφημερίδες.
Τι είναι αυτά, παλτά; Εγώ κοστούμια θέλω.
Την Πέμπτη.
Καλοκαίρι έχουμε. Τι να τις κάνω τις γούνες;
Δεν τις θέλεις; Τότε να τις πάρω.
'Οχι, τις θέλω.
Θα τις βάλω στο ψυγείο με τα κρέατα.
Για μας κάθε άλλος τρόπος ζωής, ήταν τρέλα.
Τα νομοταγή ανθρωπάκια
που δούλευαν για πενταροδεκάρες...
κι έπαιρναν τον ηλεκτρικό ήταν νεκροί.
'Ηταν κορόιδα. Δεν είχαν τα κότσια.
Εμείς, αν θέλαμε κάτι, το αρπάζαμε.
Αν κάποιος παραπονιόταν, τον χτυπούσαμε
τόσο άσχημα που δεν ξανάλεγε λέξη.
Είχε γίνει ρουτίνα. Δεν το σκεφτόσουν καν.
Φράνκ, τι σχέση έχει το 520...
με το 469, διάβολε;
Δεν είναι καν κοντά το ένα με το άλλο.
Παιχνιδάκι! Μην ανησυχείς για το συναγερμό.
Αρκεί μόνο να πάρω το κλειδί.
- Κανένα πρόβλημα;
- Θα το αναλάβω εγώ.
- Πες του τι μου είπες.
- Είναι σαν ψέμα.
Μεγάλη μπάζα με την Αιρ Φρανς.
Σάκκοι με λεφτά.
Οι Αμερικάνοι αλλάζουν τα λεφτά τους
σε Γαλλικά και τα στέλνουν εδώ.
- Πιο σιγά.
- Υπέροχα!
Δεν εντοπίζονται με τίποτα.
Το πρόβλημα είναι το κλειδί,
αλλά έχω ένα σχέδιο.
- Εγώ, ο Φρέντσι κι ο πολίτης.
- Αυτός ο κόπανος.
Αν δεν κάνω λάθος, έρχεται μισό εκατομμύριο.
Η καλύτερη στιγμή είναι το Σαββατοκύριακο.
Μάλλον το Σάββατο το βράδυ.
Τη Δευτέρα είναι εβραική γιορτή,
θα τ' ανακαλύψουν την Τρίτη.
Κι οι φρουροί;
Οι φρουροί;
Είναι μπροστά σου. ’κου πλάκα.
'Εχω βάρδια από τα μεσάνυχτα ως τις οκτώ.
Θα έρθει δήθεν να πάρει
μια βαλίτσα που χάθηκε.
Κανένα πρόβλημα.
- Ωραία.
- Είμαστε μέσα.
Το αστείο είναι πως η τράπεζα ήταν
στο Σίκακος.
Είχα πέσει μέσα στα χόρτα.
Μου λεει, "Τι κάνεις;" "Ξεκουράζομαι", λεω.
"Εδώ;", λεει.
"Είπα ότι ξεκουράζομαι. "
Με πήγαν μέσα κι άρχισαν τις ερωτήσεις.
"Τι θα μας πεις;", ρωτάνε. "Τα γνωστά, τίποτα. "
"Γιατί να σας πω;" Κι απαντά,
"Σήμερα, θα μας πεις κάτι. "
"Εντάξει", του λεω, "άντε πήδα τη μάνα σου. "
Είδες την εφημερίδα.
Το κεφάλι μου είχε γίνει τόσο.
Συνέρχομαι και ποιον βλέπω μπροστά μου;
Το καθίκι πάλι, να μου λέει
"Τι θέλεις να μας πεις τώρα;"
"Τι γυρεύεις εδώ;" του λεω,
"δεν πηδάς τη μάνα σου;"
Νόμισα πως θα χεζόταν.
Οι γαμιόληδες!
Μακάρι μια φορά, να γινόμουν ψηλός.
Είσαι πολύ αστείος.
Τι εννοείς;
Είναι αστείο, ξέρεις. Είναι καλή ιστορία.
Είσαι αστείος τύπος.
Εννοείς, ο τρόπος που μιλάω;
Ξέρεις... είσαι αστείος.
Ο τρόπος που τα λες.
Πώς αστείος; Πού είναι το αστείο;
Τον παρεξήγησες.
Είναι μεγάλο παιδί. Ξέρει τι λέει.
Τι είπες; Αστείος, πώς;
Ξέρεις... αστείος.
Για να καταλάβω.
'Ισως να' μαι λίγο μεθυσμένος.
Αλλά, αστείος πώς; Αστείος σαν καραγκιόζης;
Σε κάνω να γελάς;
Τι εννοείς αστείος;
Ξέρεις, το πώς λες την ιστορία.
Δεν ξέρω. Εσύ είπες ότι είμαι αστείος.
Τι διάβολο είναι τόσο αστείο επάνω μου;
Πες μου.
’ντε χάσου από δω!
Παραλίγο να το χάψει! Ο καριόλης!
Φράνκι, τον είδες που έτρεμε;
Με βάζεις σε σκέψεις. Μπορεί να "κελαηδήσεις".
Τι σ' έπιασε; Νόμισα πως με τσάκωσαν.
Κάθεται πάνω μου σαν όρνεο. Τι θέλεις;
Ο μικρός δεν ήθελε να σου δώσει
το λογαριασμό.
Μπορείς να το τακτοποιήσεις;
Πες του να το βάλει στο λογαριασμό μου.
Γι' αυτό θέλω να σου μιλήσω.
Μου χρωστάς εφτά χιλιάρικα.
Δεν είναι ψίχουλα. Δεν θέλω να παραφερθώ...
Ευτυχώς που δεν θέλεις να παραφερθείς.
Με ντροπιάζεις στους φίλους μου,
σαν να' μαι τρακαδόρος.
Είσαι κοπρίτης. Ξέρεις πόσα σου χώνω εδώ...
- Μην κάνεις έτσι.
- Πώς έτσι;
Πιστεύετε αυτό το καθίκι;
Το βρίσκετε αστείο;
Τι κοιτάζεις, ρε μαλάκα;
Δεν ήθελες να φέρεις το λογαριασμό;
Κι εσύ θα έπρεπε να τα κάνεις αυτά.
Είσαι αστείος!
Αυτό ήταν, Χένρυ!
Θες να γελάσεις; Κι ο καριόλης μου ζήτησε
να βαφτίσω το παιδί του.
Τον χρέωσα 7.000 δολάρια.
Είσαι πολύ αστείος τύπος.
Ανησυχώ. Ακούω πολλά άσχημα.
Μου φέρεται λες και είμαι καμιά συκιά.
Πρέπει να την κάνω για να ξεφύγω απ' αυτόν.
Δεν είναι σωστό. Δεν μπορώ να πάω πουθενά.
Του έχω μιλήσει τόσες φορές. Δεν ακούει.
Αν του το πεις εσύ, θα σταματήσει.
Θα καταλήξω να εξαφανιστώ.
Θα με βρουν σε κανένα αμάξι,
κάπου στην ερημιά.
Μια ζωή τον ξέρεις τον Τόμυ.
Αυτό το τσογλάνι είναι εγκληματίας.
Φεύγω απ' το σπίτι και κοιτάζω πίσω μου.
Δεν είναι ζωή αυτή. Δεν είμαι σπιούνος.
- Πες μου τι να κάνω και θα το κάνω.
- Τι να σου κάνω εγώ;
Αν μπορούσα να κάνω κάτι θα το έκανα.
Θέλω να βοηθήσω.
Πες του αυτό που συζητήσαμε.
'ισως θα' θελες ν' αγοράσεις μερίδιο
απ' το μαγαζί.
Τι εννοείς;
Απ' το εστιατόριο;
Είναι φινετσάτο μέρος.
'Εχεις έρθει τόσες φορές.
Αν το πάρει ο Τόμυ είναι σαν να ντύνεις
γουρούνι με μετάξι.
Με το συμπάθιο, αλλά έτσι είναι.
Σε ικετεύω, τι να πω;
Τι να κάνω; Τι θέλει από μένα;
Δεν έχω ιδέα από εστιατόρια.
Ξέρω μόνο να παραγγέλνω φαγητό.
'Οχι για σένα. Σαν στέκι.
Ο Σεφ είναι ο καλύτερος. Οι παραστάσεις καλές.
'Ερχονται πολλές πόρνες.
Τι θες από μένα;
Ο Τόμυ είναι σκάρτος.
Τι να κάνω, να τον σκοτώσω;
Δεν θα ήταν άσχημη ιδέα.
Συγγνώμη που το είπα. Αλλά με φοβίζει.
Χρειάζομαι βοήθεια. Βοήθησέ με, σε παρακαλώ.
Σε παρακαλώ, βοήθησέ με.
Ξέρεις τίποτα από εστιατόρια;
Ξέρει τα πάντα. Είναι εκεί μέρα νύχτα.
Αν κάτσει λίγο ακόμη, θα γίνει σκαμνί.
Δηλαδή, με θέλεις συνέταιρο;
Εσύ τι νομίζεις πως λέω;
Σε παρακαλώ, Πώλι.
Δεν είναι δίκαιο.
Δεν καταλαβαίνεις;
Εσύ κάνεις κουμάντο.
'ισως να προσπαθήσω να σε βοηθήσω.
Ο Θεός να σ' έχει καλά.
Πάντα ήσουν δίκαιος μαζί μου.
Τώρα, ο τύπος για κάθε πρόβλημα,
τρέχει στον Πώλι.
Πρόβλημα με τους λογαριασμούς στον Πώλι.
Πρόβλημα με τους μπάτσους, ο Τόμυ...
στον Πώλι.
Και πρέπει να τον πληρώνει κάθε βδομάδα...
ό,τι κι αν γίνει.
Αναδουλειές; 'Επιασε φωτιά;
"Γαμήσου και πλήρωνε. "
"Σε χτύπησε κεραυνός;"
"’ντε γαμήσου και πλήρωνε. "
Κι ο Πώλι χρέωνε λογαριασμούς στο μαγαζί.
Και γιατί όχι; Κανείς δε θα τα πλήρωνε,
άλλωστε.
Παραλάμβανε από μπροστά και πουλούσε
από πίσω με έκπτωση.
Μια κάσα ποτά 200 δολαρίων
την πουλούσε 100 δολάρια.
Δεν έχει σημασία. Ολα κέρδος είναι.
Στο τέλος, όταν δεν σου έχει μείνει τίποτα...
όταν δε μπορείς να δανειστείς δεκάρα
απ' την τράπεζα πια...
φουντάρεις το μαγαζί. Ανάβεις ένα σπίρτο.
Θες βοήθεια;
Είναι σαν να στολίζεις
Χριστουγεννιάτικο δέντρο.
Είναι απ' το Φάιβ Τάουνς.
Ποιος;
Η Εβραία, η γκόμενα. Η Ντάιαν.
'Ενα μήνα προσπαθώ να την πηδήξω.
Δε βγαίνει μαζί μου.
'Οχι.
'Οχι; Τι όχι; Ποιος σε ρώτησε;
Περίμενε ν' ακούσεις τι θα πω.
Εντάξει, λέγε.
Δε βγαίνει με ιταλούς. Είναι προκατειλημμένη.
Το πιστεύεις; Στην εποχή μας;
Πού πάει αυτός ο κόσμος!
Μια Εβραία προκατειλημμένη κατά των ιταλών.
Δε βγαίνει χωρίς τη φίλη της.
Θα' ρθεις εσύ για τη φίλη.
Το ήξερα!
Κακό είναι αυτό;
- Πότε είναι;
- Αύριο βράδυ.
Πρέπει να δω τον Τούντυ.
Δες τον. 'Ελα νωρίς και πήγαινε μετά.
- Γιατί το κάνεις πάντα αυτό;
- ’σε τις μαλακίες.
Μια χάρη σου ζήτησα.
Εγώ σου κάνω πολλές χάρες!
Θέλω να την πηδήξω. Βοήθησέ με.
Δε σε καταλαβαίνω. Είναι όμορφη!
Μένει στο Φάιβ Τάουνς.
Οι Εβραίοι έχουν λεφτά.
Η οικογένειά της θα έχει όλο το τετράγωνο.
Δεν ξέρεις ποτέ.
Γαμώ το σκατόστομά σου!
Είχα ραντεβού στις 11
και κρατώ το φανάρι για τον Τόμυ.
'Εφαγες αρκετά;
'Ηταν νόστιμο, αλλά προσέχω τη δίαιτά μου.
Για να σε δω.
Ανυπομονούσα να φύγω.
Παρήγγειλα γλυκό, ενώ έτρωγαν φαγητό.
Οταν έπιναν τον καφέ,
εγώ ζήτησα το λογαριασμό.
Λίγος καφές θα σε ξυπνήσει.
Τζο, το λογαριασμό.
Τι κάνεις;
- Πρέπει να φύγω.
- Μα μόλις ήρθαμε!
'Εχω εκείνο το ραντεβού.
Περίμενε λίγο και θα φύγουμε μαζί.
'Ετσι δε θα φύγουμε σαν αλήτες, ένας ένας.
Δεν τον άντεχα.
Τον έβρισκα αντιπαθητικό.
'Εκανε σαν νευρόσπαστο.
'Εχεις την καλοσύνη; Είναι πολύ ενοχλητικό.
Θα προτιμούσες Μανισέβιτς
αλλά θα φαινόταν περίεργο.
- Ετοιμοι;
- Ηρέμησε!
Τώρα ήρθαμε.
Πριν φτάσει η ώρα να φύγουμε,
με έχωσε μέσα στο αμάξι...
και μετά με τραβολογούσε να βγω.
'Ηταν γελοίο!
Η Ντάιαν κι ο Τόμυ μας αναγκάσαν
να βγούμε πάλι την Παρασκευή.
Συμφωνήσαμε.
Αλλά όταν ήρθε η Παρασκευή,
ο Χένρυ μ' έστησε.
Νοιώθω απαίσια. Δεν ξέρω πού είναι.
'Ολο γι' αυτή μιλούσε. Του άρεσες.
'Ημασταν τρεις αντί για τέσσερις.
'Επρεπε να τηλεφωνήσει.
Ελπίζω να μη συνέβη τίποτα.
'Εβαλα τον Τόμυ να με παει να τον βρούμε.
Τόμυ, τι διάβολο;
'Εχεις πολύ θράσος για να με στήνεις!
Κανείς δε μου το κάνει αυτό.
Ποιος νομίζεις ότι είσαι, ο Φράνκι Βάλλι;
Το ξέχασα. Νόμισα ότι ήταν την άλλη εβδομάδα.
'Ηταν για σήμερα και συμφώνησες. Λες ψέματα!
Ας το συζητήσουμε.
Να σου μιλήσω μετά απ' ό,τι μου έκανες;
Ξέχασέ το.
Νόμισα ότι θα μ' έστηνες.
Βαριόσουν, δεν έλεγες λέξη.
’φησέ με να επανορθώσω.
Θα το σκεφτώ.
Θυμάμαι, ούρλιαζε στο δρόμο και δυνατά!
- Αλλά μου άρεσε.
- Θα το σκεφτώ...
Αλλά θα σου κοστίσει. Ακριβά.
Είχε κάτι υπέροχα μάτια, σαν της Λιζ Τέηλορ.
Γεια, Χένρυ.
- Ετοιμη;
- Ναι.
Πάμε.
- 'Οχι, περίμενε!
- Τι;
Κρύψε το σταυρό. Αν τον δει η μητέρα μου...
Μαμά.
Να σου γνωρίσω τον φίλο μου, Χένρυ Χιλ.
Η κόρη μου λέει ότι είσαι μισός Εβραίος.
Το μισό καλό.
Θα τα πούμε μετά.
Αφήνεις το αυτοκίνητό σου;
Θα μου το προσέχει.
Αντί να τ' αφήνω σε γκαράζ.
Καλύτερα από δω.
Δεν θα περιμένουμε στην ουρά.
Τι γίνεται;
- Τι κάνεις, Τζίνο;
- Καλά, εσύ;
Κάθε φορά που έρχομαι, είστε εδώ.
Δεν έχετε δουλειά;
Χένρυ, χαίρομαι που σε βλέπω. Τι κάνεις;
’ντονι, μπροστά.
Αν χρειαστείς κάτι, φώναξέ με.
Ευχαριστώ, Τόνυ.
'Εδωσες 20 δολ. στον καθένα.
Χένρυ, αυτό απ' τον κ. Τόνυ.
- Πού;
- Εκεί.
Ευχαριστώ, Τόνυ.
- Τι δουλειά κάνεις;
- Τι;
- Τι δουλειά κάνεις;
- Είμαι στις οικοδομές.
Δε μοιάζουν με χέρια οικοδόμου.
Είμαι συνδικαλιστικός εκπρόσωπος.
Κυρίες και κύριοι...
το Κόπα Καμπάνα με καμάρι
σας παρουσιάζει το βασιλιά των κωμικών,
Χένρυ Γιάγκμαν.
Χαίρομαι που είμαι εδώ. Πάρτε τη γυναίκα μου!
Την παίρνω όπου πάω,
αλλά πάντα γυρίζει σπίτι.
Στη επέτειό μας, είπα, "Πού θέλεις να πάμε;"
Απάντησε,
"Πάμε κάπου που δεν έχω ξαναπάει".
Της είπα, "Δεν πας στην κουζίνα;"
Ο Δρ. Ουέσλερ έδωσε σε κάποιον...
έξι μήνες ζωής. Οταν δεν τον πλήρωσε...
του έδωσε άλλους έξι μήνες.
Λατρεύω αυτό το κοινό!
ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗ
ΠΕΡΙΟΧΗ
Η Αιρ Φρανς μ' έφτιαξε.
Φύγαμε με 420.000 δολάρια
χωρίς να τραβήξουμε όπλο.
Και δώσαμε στον Πώλι τον φόρο τιμής.
60.000 δολάρια.
Θα είναι καλό καλοκαίρι.
Είμαι περήφανος για σένα.
Είναι πολύ χρήμα για ένα νέο.
Πες ότι τα κέρδισες στο Βέγκας, στα ζάρια.
Ο λογαριασμός, κύριε.
Πρέπει να υπογράψεις εδώ.
Ν' αφήσω φιλοδώρημα;
- Πώς είσαι;
- Καλά. Κι εσύ;
- Χένρυ, ο Μπρους.
- Χάρηκα.
Θα τα ξαναπούμε.
Τον ξέρεις;
Ναι.
Μένει απέναντί μας.
"Τα τριαντάφυλλα είναι κόκκινα, αγάπη μου
"Οι βιολέτες είναι μπλε
"Η ζάχαρη είναι γλυκιά, αγάπη μου
"'Οχι όμως όσο εσύ"
'Ενα βράδυ, ο Μπόμπυ Βίντον
μας έστειλε σαμπάνια.
Δεν έβρισκα τίποτα το περίεργο σε όλα αυτά.
'Ενας πιτσιρικάς 21 ετών
με τόσες διασυνδέσεις.
'Ηταν συναρπαστικός άντρας.
'Ηταν πολύ καλός. Με σύστηνε σε όλους.
Ολοι ήταν καλοί μαζί του.
'Ηξερε πώς να φερθεί.
Μην αγοράζετε περούκες
που βγαίνουν όταν δεν πρέπει.
Οι περούκες του Μόρι δε βγαίνουν ποτέ!
Ούτε μέσα στο νερό!
Οι περούκες μου είναι δοκιμασμένες
σε τυφώνες.
Ξεχάστε τα λεφτά.
Σας φτάνουν για μια περούκα Μόρι.
Τηλεφωνήστε μου, τώρα!
Ελάτε για μια προσωπική δοκιμή.
Ο Τζίμυ περιμένει. 'Εχεις καθυστερήσει.
Χένρυ, σου έχω φερθεί εντάξει.
Αλλά, κάτι παράλογο συμβαίνει εδώ.
Ο Τζίμυ είναι σπασαρχίδης.
Ποντάρισε 8 στα 5 στο Κλήβελαντ.
Δεν είμαι υποχρεωμένος να πληρώνω τον τόκο
που ζητά.
Τι είμαι, κορόιδο;
Σου δάνεισε λεφτά. Πλήρωσέ τον.
Δε συμφώνησα 3% πάνω απ' τον τόκο.
Θα τα βάλεις με το Τζίμυ Κόνγουεη;
Δώσ' του τα λεφτά, να φύγουμε!
Γάμα τον!
Γάμα τον στ' αυτί! Γάμα τον στο άλλο αυτί!
Εγώ του έσπασα ποτέ τ'αρχίδια;
Μπορούσα να το "σφυρίξω" εκατομμύρια φορές.
Μη φωνάξεις τους μπάτσους. Λες βλακείες!
'Εχεις λεφτά για τη διαφήμιση!
Δε δίνεις τα λεφτά μου;
Τζίμυ, θα σε πληρώσει!
Θα σε σκοτώσω! Δώσε τα λεφτά, καριόλη!
Πλήρωσέ με!
Θα σε πληρώσει.
Ποιός; Εδώ είναι. Τζίμυ, συγγώμη.
Μην το ξανακάνεις αυτό.
Δώσε τα γαμημένα τα λεφτά.
Θα στα δώσω. Θα τα έχεις, πίστεψέ με.
Κάρεν, πιο σιγά.
Πού; Περίμενε εκεί. Μη φύγεις!
Η Κάρεν!
Τι συνέβη;
Είσαι καλά;
Ποιός το έκανε αυτό;
Ο τύπος που μένει απέναντι
και τον ξέρω μια ζωή.
’ρχισε να μ' αγγίζει. Να με χουφτώνει.
Του είπα να σταματήσει. Δε σταματούσε.
Τον χτύπησα. Και τότε θύμωσε πολύ.
Με πέταξε έξω απ' το αμάξι.
Σίγουρα, είσαι καλά;
Πήγαινε μέσα να συνέλθεις. Να πλυθείς.
Τι θέλεις, τσόγλανε;
Ορκίζομαι στη μάνα μου.
Αν την ξαναγγίξεις, πέθανες!
Μη ρίξεις!
Κρύψ' το. Είσαι καλά;
’λλες γυναίκες...
θα τον χώριζαν τη στιγμή που θα τους έδινε...
να κρύψουν ένα όπλο.
Αλλά, εγώ δεν το έκανα.
Το ομολογώ. Με διέγειρε.
Τις καλύτερες ευχές μου!
Γιατί δεν είσαι σαν τον Χένρυ;
Βρήκε ένα καλό κορίτσι.
Νοικοκυρεύτηκε. Παντρεύτηκε.
Σύντομα θα έχει μια καλή οικογένεια.
Κι εσύ πας απ' τη μία στην άλλη.
'Ηταν σαν να είχε δύο οικογένειες.
Οταν με πρωτοσύστησε σε όλους,
ήταν παρανοϊκό!
Ο Πώλι και τα αδέρφια του
είχαν πολλούς γιους κι ανήψια.
Σχεδόν όλοι λέγονταν Πήτερ ή Πωλ.
'Ηταν απίστευτο!
Ο Πώλι Τζούνιορ, ο ανηψιός μου κι ο Πήτι.
Θα υπήρχαν δυο ντουζίνες Πήτερ
και Πωλ εκεί.
Αυτή είναι η Μαρί.
Κι όλα τα κορίτσια τα έλεγαν Μαρί.
Μοιάζει με ιταλίδα.
Και ονόμαζαν και τις κόρες τους Μαρί!
Αυτός είναι ο Πητ... όχι ο Πώλι, μπερδεύτηκα.
Οταν τους γνώρισα όλους,
νόμισα πως είχα μεθύσει.
Πώλι, δεν έπρεπε.
Καλώς ήρθες στην οικογένεια.
Δείπνο την Κυριακή;
Είναι τόσο υπέροχα! Μου έρχεται να κλάψω.
Κάτι για να σας βοηθήσει να ξεκινήσετε.
- Την τσάντα!
- Ποια τσάντα;
Την τσάντα με τους φακέλους, τα λεφτά.
Μη φοβάσαι. Κανείς δε θα τα κλέψει εδώ.
Δεν τηλεφώνησε;
- Είναι με τους φίλους του.
- Ποιός άνθρωπος δε θα τηλεφωνούσε;
Είναι μεγάλος.
Δε χρειάζεται να τηλεφωνεί κάθε 5 λεπτά.
Αν είναι μεγάλος,
γιατί δε σου παίρνει διαμέρισμα;
Μην αρχίζεις! Εσύ ήθελες να μείνουμε εδώ!
Είσαι εδώ ένα μήνα και μερικές φορές ξέρω
ότι δεν έρχεται καθόλου.
Τι άνθρωποι είναι αυτοί;
- Τι θέλεις να κάνω;
- Τι μπορείς να κάνεις;
Δεν είναι Εβραίος. 'Ηξερες τι άνθρωποι ήταν;
Ο πατέρας σου δεν έμεινε ποτέ έξω
όλη τη νύχτα.
Ο μπαμπάς δεν έβγαινε καθόλου.
Μην ανακατεύεσαι!
Δεν ξέρεις πώς νοιώθω!
Πώς νοιώθεις, τώρα;
Δεν ξέρεις πού είναι, ούτε με ποιους είναι!
Είναι με τους φίλους του! Μπαμπά!
’σ' τον ήσυχο. Αρκετά υπέφερε.
'Εξι βδομάδες τον τρώει το στομάχι του.
Πού ήσουν; Γιατί δεν τηλεφώνησες;
Ανησυχούσαμε!
'Ενας παντρεμένος δεν ξενυχτάει έτσι!
Οι φυσιολογικοί άνθρωποι δεν αντιδρούν έτσι!
Τι συμβαίνει με σένα;
Δεν είσαι φυσιολογικός! 'Εχει δίκιο.
Τι άνθρωπος είσαι εσύ;
Τι άνθρωποι είναι αυτοί;
Δεν ήμασταν παντρεμένες με υπαλλήλους.
Αλλά κατάλαβα πόσο διαφορετικοί ήταν...
σε μια συγκέντρωση της Μίκι.
- Κάρεν, από πού είσαι;
- Απ' το Λώρενς.
Στο Λονγκ ’ισλαντ. Υπέροχα!
Εγώ είμαι απ' το Μα¨ϊάμι. 'Εχεις πάει ποτέ;
Είναι σαν να πέθανες
και ξύπνησες σ' Εβρα¨ϊκό παράδεισο.
Σταμάτα να πειράζεις.
Θα' θελα να τον χαστουκίσω.
Τον κοκκινομάλλη;
Τα χέρια του με χούφτωναν παντού.
Του είπα,
"Κάτω τα κωλόχερά σου, μη στα κόψω. "
Το λεει σοβαρά.
Είναι τυχερός. Αν το πω στο Βίνι...
Πώς μπορείς να το πεις; Θα τον σκότωνε.
Ο Βίνι θα τον σκοτώσει και θα φάει ισόβια.
'Εμαθες για το γιο της Τζήνι;
'Εμπλεξε σ' ένα καυγά, στα χαρτιά.
Τράβηξε όπλο.
Το όπλο εκπυρσοκρότησε.
Κάποιο παιδί σκοτώθηκε...
όταν η γιαγιά το έμαθε έπαθε συγκοπή
και πέθανε.
Τώρα, η Τζήνι έχει άντρα
και γιο στη φυλακή και μάνα στον τάφο.
- Η Τζήνι πίνει.
- Μάλλον απ' τη στενοχώρια.
Κάνε μου τη χάρη... αλκοολική είναι.
Μόλις συμβεί κάτι, τις βγάζει όλες άγιες.
Είχαν άσχημο δέρμα
και φορούσαν πολύ μέηκ-απ.
Είχαν τα χάλια τους...
και τα ρούχα τους ήταν φτηνά.
Παντελόνια και πλεκτά.
Περνάει τη ζωή της με μια πιτζάμα.
Δεν είναι άγια, πίστεψέ με.
Μιλούσαν για τα βρωμόπαιδά τους...
κι ότι τα έδερναν με σκουπόξυλα και ζώνες.
Αλλά τα παιδιά δεν άκουγαν.
Οταν ήρθε να με πάρει ο Χένρυ, ζαλιζόμουν.
Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να ζήσω έτσι.
Αν, ο Θεός φυλάξει, πας φυλακή;
Η Μίκι είπε ότι ο άντρας της Τζήνι...
Ξέρεις γιατί πήγε στη στενή;
Για να ξεφύγει απ' αυτήν!
Να σου πω...
Κανείς δεν πάει φυλακή, αν δεν το θέλει.
Εκτός κι αν καθίσει να τον πιάσουν.
Δεν είναι οργανωμένοι. Εγώ ξέρω τι κάνω.
Ξέρεις ποιος πάει φυλακή;
Οι αραπάδες ληστές. Γιατί;
Γιατί τους παίρνει ο ύπνος
στο αυτοκίνητο που το σκάνε.
Μην ανησυχείς τόσο, γλυκιά μου!
Μετά από λίγο, όλα ήταν φυσιολογικά.
Τίποτα δεν ήταν έγκλημα.
Ο Χένρυ ήταν απλά δραστήριος.
Με κάποιους άλλους έβγαζε
μερικά δολάρια κλέβοντας...
ενώ οι άλλοι περίμεναν ελεημοσύνη.
Οι άντρες μας δεν ήταν χειρούργοι,
εργαζόμενοι ήταν.
Ο μόνος τρόπος για να τα οικονομήσουν,
ήταν οι απάτες.
Πού είναι τα λεφτά, παλιομασκαρά;
Μην κουνηθείς!
- Τα λέμε στο εστιατόριο.
- Είμαι πιστολέρο!
Είδες πώς μας τα έδωσε.
'Ημασταν πολύ δεμένοι.
Δεν υπήρχαν ξένοι τριγύρω. Ποτέ!
Κι αυτό έκανε τα πράγματα
να φαίνονται φυσιολογικά.
Αστυνομία.
Είμαι ο ντετέκτιβ Ντήσι, ο ντετέκτιβ Σιλβέστρι.
'Εχουμε ένταλμα έρευνας.
Θα το υπογράψετε;
'Οπου να' ναι;
Πρέπει να τα ψάξουμε όλα.
Θέλετε καφέ;
'Οχι, ευχαριστούμε.
- Μόνο προσέχετε.
- Τη δουλειά μας θα κάνουμε.
Πάντα μας ενοχλούσαν λίγο.
'Ηθελαν να μιλήσουν με το Χένρυ
γι'αυτό ή για κείνο.
Μ' έβαζαν να υπογράφω κλήσεις ή εντάλματα.
Αλλά, κυρίως ήθελαν λάδωμα.
Λίγα δολάρια για να μη μιλήσουν,
ό,τι κι αν έβρισκαν.
Πάντα ρωτούσα, αν ήθελαν καφέ.
Μερικές γυναίκες, όπως η Μίκι Κόνγουεη...
τους έβριζαν και έφτυναν στο πάτωμα.
Στο πάτωμά της! Ποτέ δεν το κατάλαβα αυτό!
'Ηταν καλύτερο να' μαι ευγενική
και να τηλεφωνώ στο δικηγόρο.
"Χρόνια πολλά"
Πάντα τα κάναμε όλα μαζί,
με τους ίδιους ανθρώπους.
Επέτειους, βαφτίσια.
Ο ένας στο σπίτι του άλλου.
Οι γυναίκες έπαιζαν χαρτιά.
Οταν γέννησα, η Μίκι κι ο Τζίμυ
ήρθαν πρώτοι στο νοσοκομείο.
Κι όταν κάναμε διακοπές...
πηγαίναμε μαζί.
Κανένας ξένος ποτέ. 'Ηταν το φυσιολογικό.
'Ημουν περήφανη που ο άντρας μου
έπαιζε το κεφάλι του...
για να βγάλει λίγα λεφτά παραπάνω.
Είπα στη μαμά να κρατήσει τα παιδιά,
αύριο το βράδυ.
- Δεν μπορώ.
- Γιατί όχι;
Δεν μπορώ. 'Εχω προγραμματίσει κάτι.
Μόνο αύριο το βράδυ μπορεί να τα κρατήσει.
Δεν μπορώ! Τι θες να κάνω;
- Πρέπει να φύγω.
- Περίμενε!
Θέλω λεφτά για ψώνια.
Πόσα;
Τόσα.
Δώσε μου ένα φιλί.
Θα τα πούμε μετά.
Εντάξει.
"Πάντα ονειρευόμουν ότι θα έρθει το αγόρι
που αγαπώ
"Και ότι θα ήταν ψηλός και όμορφος,
πλούσιος και δυνατός"
11 ιουνίου 1970
Κουήνς, Ν. Υόρκη
Καλώς ήρθες πίσω, Μπατς.
Γεια. Τι γίνεται;
Κάθισε. Πιες κάτι. Κέρασέ τους όλους.
Κέρασε και τους κωλο-ιρλανδούς.
Μόνο ένας ιρλανδός υπάρχει.
Το γιορτάζουμε.
Χαίρομαι που γύρισα πίσω.
Ο φίλος μου, ο Τζίμυ.
Το μαγαζί είναι του Χένρυ. Αυτή είναι η Λίσα.
Τόμυ... σενιαρισμένος!
Μεγάλωσες και βγαίνεις τσάρκα.
Είχα ξεχάσει πως είχατε πάρτι γι' αυτόν.
'Ελα εδώ.
Θα πάω να χαιρετίσω. Μπίλυ, πώς είσαι;
'Εξι χρόνια έχω να σε δω.
Κούκλος είσαι!
Πρόσεχε το κουστούμι.
Καθικάκι! Μια ζωή σε ξέρω.
- Μη μου κάνεις το σπουδαίο.
- Μη μου τα σπας, τώρα!
Αν ήθελα να στα σπάσω,
θα' λεγα "Φέρε το κασελάκι σου".
Ο μικρός ήταν τρομερός.
Τον φώναζα, "Ο Σάλιας ο Τόμυ".
Σου γυάλιζε τα παπούτσια σαν καθρέφτες.
'Ηταν ο καλύτερος. 'Εβγαζε πολλά λεφτά.
Τέρμα το γυάλισμα.
'Ελειψες καιρό. Δε στα είπαν.
Δε γυαλίζω παπούτσια πια.
Τι σ' έπιασε; Σου σπάω λίγο τ' αρχίδια.
Πλάκα κάνω.
Δε μοιάζει με πλάκα. Υπάρχει κόσμος εδώ.
'Ενα αστείο είπα. Γλέντι έχουμε.
Τόσο καιρό έχω να σε δω
κι εσύ μου βγάζεις γλώσσα.
Λυπάμαι, αν σε πρόσβαλλα.
Κι εγώ λυπάμαι.
Τώρα τράβα σπίτι να φέρεις το κασελάκι σου.
Γαμημένε καριόλη!
’ντε, τελείωνε!
'Εφτασε εκεί που είναι γλύφοντας.
Σκληρό αντράκι της δεκάρας!
- Μην τσαντίζεσαι.
- Κάθαρμα!
Κράτα τον εδώ, τον καριόλη!
Νομίζεις ότι είσαι δυνατός;
Ο Τόμυ είναι μεθυσμένος.
Δεν ήθελε να σε προσβάλλει.
Δεν ήθελε; Τρελός είσαι;
Μάθε του τρόπους. Το σωστό, σωστό, Τζίμυ.
- Καταλαβαίνεις;
- Δε τρέχει τίποτα.
Εμείς εδώ αγκαλιαζόμασταν
κι αυτός κάνει σαν κόπανος.
Τον προσέβαλες λίγο. Ξεφεύγεις απ' τον έλεγχο.
- 'Οχι.
- Τον πρόσβαλες λίγο.
- Δεν πρόσβαλα κανένα. Φέρε μου να πιω.
- Εντάξει.
Εντάξει, ας πιούμε. Κερνάω εγώ.
'Οχι, εγώ θα πληρώσω.
Τα ποτά είναι κέρασμα.
Γάμησα τέτοιους στη στενή. Απ' τον κώλο.
Να μου χαλάσει το πάρτι!
'Ελειψες έξι χρόνια. Τα πράγματα έχουν αλλάξει.
Την ποινή μου έκανα, Τζίμυ.
Θέλω ό,τι μου ανήκει. 'Εχω στόματα να θρέψω.
Θα πάρεις ό,τι σου αξίζει.
Κλείσε την πόρτα!
Θα του την ανάψω στο στόμα!
Ας τον σκοτώσουμε!
Ο καριόλης μου χάλασε τα παπούτσια!
Οι δικοί του θα τον ψάχνουν.
Τι θα τον κάνουμε;
Δεν μπορούμε να τον πετάξουμε στο δρόμο.
Ξέρω ένα μέρος στα βόρεια
που δε θα τον βρουν ποτέ.
Δεν ήθελα να γεμίσω αίματα το πάτωμά σου.
’νοιξε το καπώ.
Θα πάρουμε ένα φτυάρι απ' τη μάνα μου.
Κάπου εδώ έχει ένα φτυάρι. 'Ησυχα, μη ξυπνήσει.
Κοίτα ποιοι ήρθαν!
Τι συμβαίνει;
Χτύπησα κάτι στο δρόμο. Θα σου πει ο Τζίμυ.
Τι του συνέβη;
'Εχω τόσο καιρό να σε δω. Τι του συνέβη;
Κι εσύ, πώς είσαι;
Γιατί είσαι ξύπνια;
Μια που ήρθατε όλοι. Χαίρομαι που τον βλέπω.
Καθίστε, θα σας φτιάξω κάτι να φάτε.
- Κοιμήσου, εμείς φεύγουμε.
- Δεν μπορώ, θέλω να τον δω.
Λείπει τόσον καιρό. Θέλω να τον δω.
Μπείτε μέσα.
Σαν μολύβι μου έπεσε.
Πες μου, πού ήσουν; Δε σε είδα τελευταία.
'Ενα τηλέφωνο δεν έκανες.
Δουλεύω τα βράδια.
Κι απόψε μείναμε ως αργά.
Πήγαμε μία βόλτα στην εξοχή...
και χτύπησα ένα ελάφι. Από κει είναι το αίμα.
Σου είπε ο Τζίμυ. Το θέλω αυτό το μαχαίρι.
Θα το πάρω για λίγο.
Το καημένο το ζώο.
Χτυπήσαμε το ελάφι και το πόδι του.
Πώς το λένε;
- Η οπλή.
- Πιάστηκε στον προφυλακτήρα.
Πρέπει να το κόψω.
Είναι αμαρτία να τ' αφήσω εκεί.
Θα στο φέρω το μαχαίρι.
Υπέροχο.
Γιατί δε βρίσκεις ένα καλό κορίτσι;
Βρίσκω, σχεδόν κάθε βράδυ.
Μια κοπέλα να νοικοκυρευτείς.
Το κάνω, κάθε βράδυ. Μετά είμαι ελεύθερος.
Σ' αγαπώ! Μαζί σου θέλω να' μαι.
Να νοικοκυρευτώ...
Τι κάνει ο φίλος σου, ο Χένρυ; Τι έγινε;
Δε μιλάς πολύ.
Μίλα, γιατί δε μιλάς;
Δεν τρως, ούτε μιλάς πολύ.
- Ακούω.
- Συμβαίνει τίποτα;
'Οταν ήμασταν παιδιά, οι φίλοι επισκέπτοταν
ο ένας τον άλλον.
'Ηταν ένας που δε μιλούσε ποτέ.
Καθόταν εκεί όλη νύχτα.
Του είπαν, "Τι συμβαίνει; Γιατί δε λες τίποτα;"
Λέει, "Τι να πω...
ότι με κερατώνει η γυναίκα μου;"
Κι αυτή του απαντά, "Βούλωσ' το! Πολλά λες!"
Στα ιταλικά, ακούγεται πιο ωραία.
- Κερατωμένος και ευχαριστημένος.
- Αυτό είναι.
Σημαίνει ότι του αρκεί που είναι μαλάκας.
Δεν τον νοιάζει ποιος το ξέρει.
Σας είπε ο Τόμυ για τον πίνακά μου;
Κοιτάξτε!
Είναι πολύ όμορφος.
'Ενα σκυλί πάει απ' τη μια
και το άλλο απ' την άλλη.
Το ένα κοιτάει ανατολικά και το άλλο δυτικά.
Λέει, "Τι θέλεις από μένα;"
Ο τύπος έχει ωραία λευκά μαλλιά.
Κι ο σκύλος είναι όμορφος.
Μου θυμίζει κάποιο γνωστό μας.
Χωρίς τα γένια. Αυτός είναι!
Αυτός είναι.
Τι διάολο είναι αυτό;
Για τους περισσότερους...
τα φονικά ήταν αποδεκτά.
Ο φόνος ήταν ο μόνος τρόπος...
για να συμμορφώνονται όλοι.
Αν ξέφευγες απ' τα όρια, σε σκότωναν.
Το ξέραμε.
Μερικές φορές κι αν δεν ξέφευγαν
απ' τα όρια πάλι τους σκότωναν.
Οι εκτελέσεις έγιναν συνήθεια.
Μάλωναν για το τίποτα.
Ξαφνικά, κάποιος πέθαινε.
Σκοτωνόντουσαν συνέχεια.
Το πιστολίδι ήταν φυσιολογικό.
Τίποτα το ιδιαίτερο.
Αντιμετωπίσαμε σοβαρό πρόβλημα
με το Μπίλυ Μπατς.
'Ηταν πολύ ευαίσθητη υπόθεση.
Ο Τόμυ είχε σκοτώσει έναν "χρισμένο".
Ο Μπατς ήταν της φαμίλιας Γκαμπίνο,
ήταν απλησίαστος.
Για να τον σκοτώσεις,
έπρεπε να' χες καλό λόγο.
'Επρεπε να πάρεις έγκριση...
αλλιώς σε καθάριζαν.
Το Σάββατο βράδυ ήταν για τις γυναίκες μας...
αλλά η Παρασκευή στο Κόπα
ήταν για τις φιλενάδες.
Είδαμε το Σάμυ Ντέηβις. Πρέπει να τον δεις.
Τι θεατρίνος!
Κάνει μιμήσεις!
'Ηταν σαν να έβλεπες τους ίδιους!
Τώρα κατάλαβα γιατί τον ερωτεύονται...
οι λευκές.
Ορίστε;
'Οχι εγώ, αλλά μερικές...
όπως εκείνη η Σουηδέζα.
'Ωστε τα εγκρίνεις αυτά!
Ηρέμησε.
Δε θέλω να φιλάω το Νατ Κινγκ Κολ.
Δεν μιλούσα για μένα...
Αλλά έχει προσωπικότητα!
'Εχει ταλέντο. Καταλαβαίνω τι εννοείς.
Αλλά πρόσεχε τι λες. Μπορεί να παρεξηγηθείς.
Είπα μόνο ότι έχει ταλέντο.
Εντάξει, ας τ' αφήσουμε.
’κουσα τι είπες, έχει ταλέντο. Σταμάτα τώρα.
"Κάνε ότι δεν την βλέπεις, καρδιά μου
"Παρ' όλο που έρχεται
"Προς τα εδώ
"Κάνε ότι δεν την θέλεις
"Καρδιά μου
"Απλώς χαμογέλα και προσποιήσου
"Τον χαρούμενο
"Είναι πλέον αργά για να τρέχεις
"Καρδιά μου
"Κουράγιο, αν τα δάκρυα
"Σε πιάσουν
"Κοίτα κάπου αλλού
"Κάνε ότι δεν την αγαπάς
"Κάνε ότι δεν την βλέπεις
"Καθόλου"
Ούτε ο Θείος Πώλι;
Τι έμαθες γι' αυτό;
Για την υπόθεση Μπρούκλιν;
Για τον τύπο στο κέντρο.
Για τον τύπο που έμενε κοντά στην Κρίστι;
Τον τύπο που εξαφανίστηκε, αυτόν...
που είχαν σκοτώσει.
Ξέρεις ποιον.
Τον Μπατς.
Οι δικοί του μας έχουν τρελάνει να τον βρούμε.
Κανείς δεν ξέρει τι συνέβη.
'Ηρθε στο μαγαζί εκείνο το βράδυ...
και μετά εξαφανίστηκε.
'Εχε τα μάτια σου ανοιχτά.
Μας έχουν πρήξει μ' αυτόν.
Εντάξει, ας φάμε.
Θέλω τα λεφτά μου.
Τα θέλω. Μου τα χρωστάει.
Θυμάσαι εκείνον που κανονίσαμε στα βόρεια;
- Τώρα μου έλεγε ο Πώλι.
- Πρέπει να τον μεταφέρουμε.
Πούλησαν το οικόπεδο για πολυκατοικία.
- Εχουν περάσει έξι μήνες.
- Πρέπει να τον πάρουμε αμέσως.
Βιάσου! Η μάνα μου μαγειρεύει πιπεριές
και λουκάνικα.
- Να ένα χέρι.
- Πολύ αστείο!
Να ένα πόδι.
Να μια φτερούγα!
Τι θες, μπούτι ή φτερούγα;
'Η προτιμάς πνεμόνια ή καρδιά;
Βρωμάει πολύ!
Τι έπαθε το αυτοκίνητο;
Χτύπησα έναν ασβό, εντάξει;
Πήγαινε στη μάνα σου.
Είναι αηδιαστικό!
Σπίτωσα τη Τζάνις σ' ένα διαμέρισμα.
'Ετσι έμενα εκεί μερικά βράδια την εβδομάδα.
Η καινούργια μου λάμπα αντίκα.
Η Κάρεν ήταν σπίτι με τα παιδιά.
Δεν έκανε ερωτήσεις.
Τα έπιπλα είναι Μωρίς Βαλένσια.
Μοιάζουν με Ρώμη!
Είναι όλο μετάξι. Είναι απ' το Σιάμ.
Ελάτε να δείτε την κρεβατοκάμαρα.
- Τόμυ, μου τον κρατάς;
- Θα το φάω το κωλόσκυλο.
Σ' αρέσει η γυάλινη σφαίρα;
Εδώ περνάμε τον περισσότερο καιρό μας.
Μ' αρέσουν πολύ τα λουλούδια.
Γαλλικό.
Περνούσαμε τόσο ωραία
που τα σκάτωσε στη δουλειά της.
Χρειάστηκε να πω δυο λόγια
στ' αφεντικό της.
Η Τζάνις μπορεί να κάνει ό,τι θέλει.
Κατάλαβες;
Αν μου το κλείσεις ξανά θα έχεις να κάνεις
μαζί μου!
Σήκω από πάνω της!
Είσαι ένα κτήνος!
Σπάιντερ, φέρε μου ένα Ουίσκι με νερό.
- Φάγατε;
- Πεινάω σαν λύκος.
- Θα παίξω αυτά.
- Αυτά θα παίξεις;
Τραυλίζω, μήπως; Αυτά είπα.
Τι είμαι εγώ, αόρατος;
Πού είναι το ποτό μου;
- Ηθελες ποτό;
- Στο είπα.
Νόμισα πως είπες... "Είμαι εντάξει, Σπάιντερ. "
Μ' έχεις βάλει στη λίστα των αόρατων, μικρέ;
'Οχι, άκουσα κάποιον να φωνάζει "Σπάιντερ"!
- Νόμισα πως ήταν ο Χένρυ.
- Κεκές είσαι, ρε μαλάκα;
Είπες, "Είμαι εντάξει. "
Λοιπόν, δεν είσαι εντάξει.
'Οχι, είπες ότι εσύ ήσουν εντάξει.
Εγώ είμαι εντάξει, εσύ δεν είσαι, καριόλη!
'Ολο το βράδυ το ίδιο μου κάνεις, παλιογαμιόλη!
Θέλει ποτό, τώρα; Θα του το φέρω.
Φέρτο μου, τσόγλανε! Κουνήσου!
Σα χελώνα πηγαίνεις.
Για τους άλλους τρέχεις!
Τρέχα και για μένα! Φέρτο μου χορεύοντας!
Ποια ήταν εκείνη η ταινία του Μπόγκαρτ;
- Που έκανε τον καουμπόη;
- "Οκλαχόμα Κιντ. "
Αυτός είμαι εγώ, ο Οκλαχόμα Κιντ!
Παληομασκαρά! Χόρευε!
Τώρα περπατάει!
Τον πέτυχες στο πόδι!
Μια χαρά είναι.
Την έφαγε στο πόδι, σιγά το πράγμα!
Φέρε μια πετσέτα.
Ωραίο παιχνίδι, γαμώ το!
Πήγαινέ τον στον Μπεν Κέισι.
’στον να σέρνεται, όπως σέρνεται για τα ποτά.
Πήγαινέ τον στο γιατρό, εδώ δίπλα.
Τα κόκκαλα έγιναν θρύψαλα.
Μη με νευριάζεις.
Μην το κάνεις θέμα, Σπάιντερ.
Θες να νοιώσω τύψεις;
Ατύχημα ήταν.
Ο καραγκιόζης!
- Είσαι μέσα;
- Ναι, μέσα.
- Οχτακόσια.
- Οχτακόσια;
'Εχεις δύο εβδομάδες να έρθεις στο σπίτι.
Δε θα βγεις, απόψε.
Μην παιδιαρίζεις. Θα βγω!
'Οχι, χωρίς τα κλειδιά σου.
Είσαι τρελή; Τι πρόβλημα έχεις;
Ναι, είμαι τρελή!
- Σταμάτα! Αρκετά!
- 'Οχι!
Κοιτάω το πρόσωπό σου
και ξέρω ότι λες ψέματα!
- Φύγε!
- Βούλωσ' το!
Φύγε απ' τη ζωή μου!
Την έχεις ψωνίσει, Κάρεν!
Στο μυαλό σου είναι όλα!
- Είσαι ένας βρωμιάρης!
- Εχεις πρόβλημα.
Πήγαινε στις πουτάνες σου!
Μόνο γι' αυτό αξίζεις!
Φύγε απ' τη ζωή μου! Δε σ' αντέχω!
Γιατί βιάζεσαι, Σπάιντερ;
Ευχαριστώ.
Ο επίδεσμος είναι πιο μεγάλος
απ' την κεφάλα σου.
Σε λίγο, θα μας έρθει και με δεκανίκια.
'Ομως, θα μπορεί να χορεύει.
Ρίξε μας ένα χορό. Κωλοκαραγκιόζη!
Πες την αλήθεια. Θες να σε λυπηθούμε.
’ντε γαμήσου, Τόμυ.
Δεν άκουσα καλά.
Δεν πιστεύω στ' αυτιά μου!
Σπάιντερ, αυτό είναι για σένα.
Να τον σέβεσαι το μικρό. 'Εχει κότσια.
Μπράβο, να μη δέχεσαι μαλακίες από κανέναν.
Του είπε, να πάει να γαμηθεί!
Θα τον αφήσεις έτσι; Πού πάει αυτός ο κόσμος;
Να πού πάει ο κόσμος!
Τι διάβολο σ' έχει πιάσει;
- Τι έγινε;
- Τι σ' έπιασε;
Είσαι ηλίθιος;
Πλάκα σου έκανα. Μανιακός είσαι;
Πού να ξέρω ότι έκανες πλάκα;
Εγώ αστειεύομαι κι εσύ τον σκοτώνεις;
Είναι νεκρός.
'Εχω καλό σημάδι.
- Ηταν πολύ κοντά.
- Εχεις πρόβλημα μ' αυτό;
'Ολοι του η φαμίλια είναι σπιούνοι.
Θα μας κάρφωνε.
Είσαι ηλίθιος! Δεν σε πιστεύω!
Θα σκάψεις εσύ την τρύπα.
Θα την σκάψω, σκασίλα μου!
Η πρώτη είναι που σκάβω;
Είμαι η Κάρεν Χιλ. Θέλω να σου μιλήσω.
Μη μου το κλείνεις!
Θέλω να σου μιλήσω!
Μακριά απ' τον άντρα μου, ακούς;
’νοιξε την πόρτα!
Απάντησέ μου!
Θα πω σ' όλους εδώ μέσα,
ότι στο 2Ρ... η Ρόσι είναι μια πουτάνα!
Ο διαχειριστής;
'Εχετε μια πουτάνα...
στο 2P.
Την Τζάνις Ρόσι! Μ'ακούς;
Δικός μου άντρας είναι! Βρες δικό σου άντρα!
Ξύπνα.
Τι κάνεις;
Είσαι τρελή;
Ναι, είμαι τρελή.
Είμαι αρκετά τρελή για να σας σκοτώσω και
τους δύο.
Κάρεν, ηρέμησε.
Την αγαπάς;
Την αγαπάς;
Εσένα αγαπώ. Το ξέρεις.
'Οχι, δε μ' αγαπάς!
Πρόσεχε, μωρό μου. Μη!
Δεν μπορούσα να του κάνω κακό.
Ούτε μπορούσα να τον αφήσω.
Η αλήθεια είναι πως...
όσο άσχημα κι αν ένοιωθα...
ήμουν πάντα ερωτευμένη μαζί του.
Γιατί να τον δώσω στην άλλη;
Γιατί να νικήσει εκείνη;
’φησέ το κάτω. Το ξέρεις, ότι σ' αγαπώ.
Μόνο εσένα θέλω, Κάρεν.
Σε παρακαλώ, άφησε το όπλο.
'Ελα, μωρό μου.
Τρελή είσαι;
Δε φτάνει που φοβάμαι μη με φάνε στο δρόμο!
Γυρίζω στο σπίτι μου γι' αυτό;
Θα σε σκοτώσω!
- Πώς νοιώθεις;
- Συγγνώμη.
Πώς νοιώθεις, Κάρεν;
Συγγνώμη!
Γεια, Τζίμυ, πώς είσαι;
- Στις ομορφιές σου είσαι.
- Ευχαριστώ. Χαίρομαι που σε βλέπω.
- Γεια σου, Πώλι!
- Γεια σου γλύκα. Τι κάνεις;
- Πήγαινε να μας πάρεις τσιγάρα.
- Εντάξει.
Κανένας άλλος;
Θέλετε να πιείτε τίποτα;
- Κινέζικο φαγητό;
- 'Οχι, έλα να κάτσεις.
'Ηρθε η Κάρεν.
Είναι πολύ ταραγμένη.
Πρέπει να ξεκαθαρίσεις.
Χρειάζομαι ηρεμία. Δεν ξέρουμε τι θα κάνει.
Την έχει πιάσει υστερία.
Κι εσύ πρέπει να μαζευτείς. 'Εχεις παιδιά.
Δε λέω να γυρίσεις αμέσως σ' αυτήν,
αλλά να γυρίσεις.
Πρέπει να κρατάς τους τύπους!
Κάθε μέρα έρχεται σπίτι μου.
Δεν το ανέχομαι αυτό.
Δεν μπορώ να το κάνω, Χένρυ.
Κανείς δε σου λέει να μην κάνεις αυτό που
θέλεις.
'Ολοι το ξέρουμε... έτσι είναι τα πράγματα.
Πρέπει να κάνεις το σωστό,
να γυρίσεις σπίτι σου, στην οικογένεια.
Πρέπει να γυρίσεις σπίτι. Κοίταξέ με.
Λογικέψου!
Θα μιλήσω στην Κάρεν.
Θα τα ξεκαθαρίσω εγώ. Ξέρω τι να της πω.
Θα της πω ότι θα γυρίσεις
κι όλα θα' ναι πάλι όπως όταν παντρευτήκατε.
Θα την καλοπιάσω... Θα 'ναι όμορφα.
Ξέρω πώς να της μιλήσω.
Ο Τζίμυ κι ο Τόμυ θα πήγαιναν στο Τάμπο αυτό
το Σάββατο.
Τώρα, θα πας εσύ με το Τζίμυ.
Θα έρθεις μαζί μου.
Κοίτα να περάσεις καλά.
Κάθισε στον ήλιο. Πάρε δύο μέρες ρεπό.
Θα περάσουμε καλά.
Κι όταν επιστρέψεις θα γυρίσεις στην Κάρεν.
Δεν υπάρχει άλλη λύση.
'Οχι διαζύγιο, ζώα είμαστε;
Δε θα του δώσει ποτέ διαζύγιο.
Θα τον σκοτώσει, αλλά διαζύγιο δε θα δώσει.
Θα πληρώσεις;
Τάμπα, Φλόριντα
Δυο Μέρες Αργότερα
Δώσε μας τα λεφτά.
Δε μπορώ!
Πάμε.
ΖΩΟΛΟΓΙΚΟΣ
ΚΗΠΟΣ ΤΑΜΠΑ
Θα τον πετάξουμε στα λιοντάρια.
Εγώ δεν πλησιάζω στα λιοντάρια.
Πέτα τον στην τάφρο.
Θα βρω τα λεφτά.
Θα ταίζουν τα λιοντάρια μ' ανθρώπους εκεί,
γιατί ο τύπος έδωσε τα λεφτά αμέσως.
Θα τα βρω.
Περάσαμε τις υπόλοιπες μέρες
στον ιππόδρομο.
Εννοώ δουλειές.
Αυτό που έγινε μετά ήταν απίστευτο!
Οταν γυρίσαμε,
μας είχαν γράψει οι εφημερίδες.
Στην αρχή, δεν ήξερα γιατί μας έπιασαν.
Μετά έμαθα, ότι ο τύπος που δείραμε...
είχε μια αδερφή,
δακτυλογράφο στο Εφ Μπι ’ι.
Αυτόν βρήκαμε να δείρουμε;
Μας κάρφωσε όλους!
Το Τζίμυ, εμένα, ακόμη και τον αδερφό της!
Οι ένορκοι έκαναν 6 ώρες
για να μας κρίνουν ενόχους.
Ο δικαστής μας έριξε 10 χρόνια,
λες κι ήταν λουκούμια.
Δέκα χρόνια σ' ομοσπονδιακή φυλακή.
Τώρα, θα παραδοθείτε στο γραφείο...
Εισαγγελέως.
Μια πρόποση!
Καλό ταξίδι και να βγείτε γρήγορα!
Καλό ταξίδι, γλύκα.
Θα προσέχουμε εμείς το σπίτι.
Χαιρέτησέ μου τους μαλάκες τους φρουρούς.
Να τους γαμάς σε κάθε ευκαιρία.
Θα σου τηλεφωνήσω μόλις μπορέσω.
Πήγαινέ με στη φυλακή.
Στη φυλακή, το δείπνο ήταν μεγάλη υπόθεση.
Είχαμε μακαρόνια, και κρέας ή ψάρι.
Ο Πώλι ήταν μέσα ένα χρόνο
για ασέβεια δικαστηρίου...
κι είχε ένα υπέροχο σύστημα για το σκόρδο.
Το έκοβε τόσο λεπτό με το ξυράφι...
που με λίγο λάδι στο τηγάνι, γινόταν ζουμί.
Είναι πολύ καλό σύστημα.
Ο Βίνι ήταν υπεύθυνος για τη σάλτσα.
Μυρίζεις;
Τρία είδη κρέατος στον κιμά.
Βοδινό, μοσχάρι και χοιρινό.
Το χοιρινό δίνει τη γεύση.
'Εβαζε πολλά κρεμμύδια,
αλλά ήταν νόστιμη σάλτσα.
Μη βάζεις πολλά κρεμμύδια!
Δεν έβαλα πολλά.
- Τρία κρεμμυδάκια έβαλα.
- Πόσες τομάτες;
- Δύο κουτιά.
- Δε θέλουν τρία κρεμμύδια.
Ο Τζώνυ Ντίο μαγείρευε το κρέας.
Δεν είχε σχάρα και τα έκανε όλα στο τηγάνι.
Μύριζε όλη η φυλακή
και οι φρουροί έτρεμαν...
αλλά έφτιαχνε περίφημο φιλέτο.
- Πώς το θες το δικό σου;
- Μισοψημένο.
Τον αριστοκράτη!
Οταν σκέφτεσαι τη φυλακή
σου έρχονται εικόνες...
από παλιές ταινίες με τύπους
πίσω απ' τα κάγκελα.
Για τους "κολλητούς" δεν ήταν έτσι.
Δεν ήταν άσχημα, αλλά μας έλειπε ο Τζίμυ.
'Ηταν στην Ατλάντα.
Δώσε μου δύο μπριζόλες.
Ολοι οι άλλοι ήταν ο ένας πάνω στον άλλο,
σα γουρούνια.
Αλλά εμείς ζούσαμε μόνοι.
Η φυλακή ήταν δική μας.
Χτυπούσαμε τα καθάρματα.
Αγνώριστους τους κάναμε.
Τους άξιζε.
Ακόμη και οι φύλακες που δε λαδώναμε
δε θα μας κάρφωναν ποτέ.
Οι πόρτες έμεναν ανοιχτές.
’ργησα. Ο κοκκαλιάρης ο φύλακας
μου την έσπασε.
- Να τον κανονίσουμε.
- Τον κανόνισα εγώ.
Τι έφερες;
Ψωμί.
Πιπεριές, κρεμμύδια...
σαλάμι, προσούτο και μπόλικο τυρί.
Τι άλλο;
- Ουίσκι.
- Ωραία.
- Κόκκινο κρασί.
- Εντάξει.
- Τώρα, μπορούμε να φάμε.
- Και λευκό.
Ας φάμε, παιδιά.
Αύριο σάντουιτς. Πρέπει να κάνεις δίαιτα.
Τι κάνεις;
Θα έρθω αργότερα.
Στο πάρκο πας;
Τα λέμε την άλλη εβδομάδα.
- Εχεις άλλους;
- 'Οχι, καλό Σαββατοκύριακο.
Εσείς κορίτσια μείνετε εδώ.
- Κρατείστε τα χέρια.
- Εμπρός.
Τι;
Είδα το όνομά της στο βιβλίο.
Θέλεις να σ' επισκέπτεται;
Ας ξενυχτάει αυτή,
να γράφει στο βιβλίο αναστολών.
Πού βρίσκομαι; Στη φυλακή είμαι!
Δεν μπορώ να εμποδίσω τους άλλους
να έρχονται!
Να σου περνάει αυτή κρυφά πράγματα,
κάθε εβδομάδα.
Να μαλώνει αυτή με τα καθάρματα εδώ!
Κοίτα τι κάνεις! Σταμάτα!
Λυπάμαι.
Να σου περνάει αυτή το "πράμα".
Θα σταματήσεις;
- Να το κάνει αυτή!
- Σταμάτα!
Κανείς δε με βοηθάει. Είμαι ολομόναχη!
Η Μπελ κι ο Μόρι είναι αδέκαροι.
Ζήτησα απ' το Ρήμο τα λεφτά
που σου χρωστάει.
Μου είπε να πάω τα παιδιά στην αστυνομία
και να μπω στην Πρόνοια.
'Ολα θα πάνα καλά.
Ούτε τον Πώλι δε βλέπω από τότε που βγήκε.
Κανέναν!
Αυτό γίνεται όταν μπαίνεις μέσα.
Είμαστε μόνοι μας.
Ξέχνα τους όλους και τον Πώλι.
'Οσο είναι με αναστολή δε θέλει να μπλέξει
πουθενά.
- Δεν μπορώ να το κάνω.
- Μπορείς.
Το μόνο που θέλω
είναι να μου φέρνεις το "πράμα".
'Ενας τύπος απ' το Πίτσμπουργκ θα βοηθήσει να
το πουλήσω.
Σ' ένα μήνα, δεν θα έχουμε ανάγκη κανέναν.
Φοβάμαι.
Αν το μάθει ο Πώλι...
Δεν μας βοηθάει.
Αυτός σου δίνει να φας;
Πρέπει να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο.
Πρέπει να προσέχουμε πολύ
όσο το κάνουμε αυτό.
Δε θέλω ν' ακούσω γι' αυτή ξανά.
Ποτέ.
Τεσσερα Χρονια Αργοτερα
- Μας έλειψες.
- Θα μείνεις για πάντα;
Είδες τις ζωγραφιές μας; Εγώ έκανα το σπίτι.
Εγώ τον ήλιο.
Σε δύο εβδομάδες είναι το κονσέρτο μου.
Θα έρθεις;
Σ' αρέσει το σπίτι;
- Μάζεψέ τα, φεύγουμε.
- Με τι;
Μην σ' απασχολεί. Εσύ ψάξε να βρεις σπίτι.
Θα πάω στο Πίτσμπουργκ.
Μου χρωστάνε 15.000 δολάρια.
Τα έχω κανονίσει όλα.
Μα πρέπει να δεις τον αξιωματικό επιτήρησης.
Μην ανησυχείς.
'Ολα θα πάνε καλά.
Ποιά θέλει να δει το θείο Πώλι;
Τι θέλεις;
’σε τη μαμά να φάει.
Μια χαρά είσαι. Τρώγαμε τόσο καλά στη στενή;
Δε θέλω τέτοιες ιστορίες.
- Τι εννοείς;
- Μακριά απ' τα ναρκωτικά.
Μέσα, έκανες αυτό που έπρεπε.
Μιλάω για τώρα. Από δω και στο εξής.
- Δεν έχω μπλέξει.
- Μη με βγάζεις μαλάκα.
Μην το κάνεις!
Θέλω να μιλήσουμε για το Τζίμυ.
'Εχε το νου σου.
Βγάζει πολλά, αλλά είναι ριψοκίνδυνος.
Εγώ δε ρισκάρω σαν το Τζίμυ.
Κι ο Τόμυ είναι καλό παιδί αλλά είναι τρελός!
- Να τους προσέχεις.
- Τους έχω για μερικά κόλπα.
Δε θα κάτσω να με πηδήξουν σαν το Γκριμπς.
Είναι 70 χρονών και θα πεθάνει στη φυλακή.
Να μου λείπει.
Τους προειδοποιώ όλους.
Μπορεί να' ταν κι ο γιος μου.
Ο Γκριμπς έφαγε 20 χρόνια γιατί είπε ένα γεια
σ' ένα μαλάκα που πουλούσε πρέζα.
Αυτό δε θα συμβεί σ' εμένα, καταλαβαίνεις;
Βγήκες νωρίς γιατί σου βρήκα δουλειά.
Δε μου χρειάζεται αυτή η ζέστη.
Αν δεις κανέναν να πουλά πρέζα,
να μου το πεις.
'Οποιος κι αν είναι.
Σύμφωνοι;
Σύμφωνοι.
'Εκανα μια εβδομάδα να ξεφορτωθώ
το "πράμα".
Αλλά όταν το πούλησα, έκανα μεγάλη μπάζα.
Ανακάτευα το πράμα στο σπίτι της Σάντυ.
'Εστω κι αν σνιφάριζε πιο πολύ
απ' ότι "έκοβε", η δουλειά είχε κέρδος.
Τη δεύτερη εβδομάδα έβγαλα
12.000 δολάρια.
Είχα την προκαταβολή για το σπίτι
κι όλα πήγαν φίνα.
Αρκεί που και που να έλεγα στη Σάντυ
ότι την αγαπούσα.
'Ηταν τέλεια!
Οσο αγόραζα απ' το Πίτσμπουργκ
ο Πώλι δε θα το μάθαινε.
Η δουλειά μεγάλωσε τόσο
που χρειάστηκα βοήθεια.
'Επεισα το Τζίμυ και τον Τόμυ
να δουλέψουν μαζί μου.
Είναι και γαμώ!
'Εφερες την απόδειξη πληρωμής σου;
Τέσσερις μήνες έβγαζε χώμα.
- Είναι πανέμορφο!
- Εγώ το έφτιαξα.
- Σ' αρέσει;
- Είναι καταπληκτικό!
Αυτό το κάναμε παραγγελία. Καθίστε!
Στα άλλα δεν μπορούσες ούτε να καθίσεις.
'Ετοιμοι;
Κοιτάξτε τον πέτρινο τοίχο.
Οι ηλεκτρολόγοι έκαναν περίφημη δουλειά.
Αυτό ήταν εισαγωγής. 'Ηρθε σε δύο κομμάτια.
Το πιστεύεις;
- Ωραίο;
- Τα είπατε με το Τζίμυ;
Να και το μελετάει.
Μπροστά σ' αυτό η Αιρ Φρανς
θα' ναι πενταροδεκάρες.
- Θα το κάνει, έτσι;
- Σου είπα.
Το μελετάει. Θα δούμε. Δεν υπόσχομαι τίποτα.
Υπάρχουν εκατομμύρια εκεί! Καταλαβαίνεις;
Δυο χρόνια τον ψήνω τον τύπο.
Μου χρωστά 20 χιλιάρικα. Μετά θα αποσυρθώ.
Δεν θ' ανησυχώ για το μεροκάματο.
Το όνειρο θα γίνει αληθινό.
Ας πιούμε κάτι.
Αυτούς μάζεψε ο Τζίμυ...
για τη μεγαλύτερη ληστεία
στην Αμερικάνικη ιστορία. Τη Λουφτχάνσα.
Ο Τόμυ κι ο Καρμπόουν
θα' βαζαν το φρουρό να μας ανοίξει.
Ο Φρέντσι κι ο Τζο Μπούντα
θα μάζευαν τους εργάτες.
Ο Τζώνυ Ψητός θα τους κρατούσε
μακριά απ' το συναγερμό.
Ακόμη κι ο Στακς 'Εντουαρντς
μπήκε στο κόλπο.
'Επαιζε κιθάρα στο εστιατόριο.
Ολοι τον αγαπούσαν.
Θα έκλεβε το φορτηγό και μετά...
θα το κατέστρεφε στο Τζέρσυ.
Μόνο που ο Μόρι μας τρέλαινε.
Πιες και σκάσε!
Επειδή το σκέφτηκε αυτός...
έπρηζε το Τζίμυ να του δώσει προκαταβολή
απ' αυτά που θα κλέβαμε.
Δεν εννοούσε τίποτα μ' αυτό. 'Ετσι ήταν.
Ολοι δούλευαν για μένα.
Ακόμη κι η μπέημπυ σίττερ, η Λόις Μπερντ.
'Εκανες καλό ταξίδι;
Μισώ το Πίτσμπουργκ. Είναι καθίκια.
Δεν είναι τόσο άσχημα.
Κι αξίζει τον κόπο.
Δεν είναι το ίδιο μωρό με την περασμένη
εβδομάδα;
Εκείνο ήταν της αδερφής μου.
Αυτό είναι της Ντίντρα.
Μεγάλο χασμουρητό.
Σου μοιάζει.
'Ετσι είπε κι η αεροσυνοδός.
Με το μαλακό, Σάντυ.
'Εχεις μπόλικο.
'Εχεις όλη την ημέρα. Φρόντισε να σου φτάσει.
- Πρέπει να φύγω.
- Πού θα πας;
Ξέρεις ότι έχω μια δουλειά.
Πού είναι τα κλειδιά μου;
Εκεί.
Σα χοιροστάσιο είναι εδώ!
Γιατί σου πήρα το πλυντήριο;
Μου χαλάει τα νύχια.
Ξύπνα!
Υπάρχει αρκετή κόκα εδώ
για να μας χώσουν ισόβια!
Ηρέμησε.
Τι κάνεις;
Δε χρειάζεται να πας πουθενά.
’στους να περιμένουν.
Κανείς δεν ξέρει πόσα πήραν στην πρωινή
εισβολή...
στην αποθήκη της Λουφτχάνσα.
Το Εφ Μπι ’ι λέει 2.000.000,
οι Αρχές λένε 4.000.000.
Τα καθάρματα!
...της ληστείας στο Κένεντυ...
ίσως να' ναι μεγαλύτερη των εποχών.
'Ελα εδώ!
Κοίτα την ιδιοφυία μας!
Καλά Χριστούγεννα, Τζίμυ.
- Ποια είναι αυτή;
- Η γυναίκα μου.
'Ελα εδώ, θέλω να σου δείξω κάτι.
Δεν είναι κούκλα; Το πήρα για τη γυναίκα μου.
Τι σου είχα πει; Δε σου μίλησα;
Δε σου είπα να μην αγοράσεις τίποτα
για λίγο; Το γαμημένο το αυτοκίνητο.
Είναι δώρο γάμου απ' τη μάνα μου.
Στο όνομά της είναι.
- Το λατρεύω αυτό τ' αμάξι...
- Με συγχωρείς λίγο.
- Μόλις παντρεύτηκα.
- Είσαι τρελός;
- Γιατί εκνευρίζεσαι;
- Είσαι χαζός;
'Ενα εκατομμύριο μπάτσοι
μας παρακολουθούν όλους!
Είναι στο όνομα της μητέρας μου.
Είναι δώρο για το γάμο!
Δε με νοιάζει! ’κουσες τι είπα;
Μην αγοράσεις τίποτα! Τι συμβαίνει μαζί σου;
Γιατί νευριάζεις τόσο;
Γιατί θα μας κλείσεις μέσα. Μαλάκας είσαι;
- Τι σ' έπιασε;
- Σου ζητώ συγγνώμη.
Τι σ' έπιασε γαμώτο;
Συγγνώμη.
Είναι στο όνομα της μητέρας μου.
Μου κάνεις τον έξυπνο;
Τι σου είπα;
Τι σου είπα, γαμώ το!
Μην αγοράσεις τίποτα!
Λυπάμαι, Τζίμυ.
Ο χοντρομαλάκας θα 'πρεπε να φορά πινακίδα.
Απίστευτο! Ηλίθιος είσαι;
Συγγνώμη.
- Βγάλ' το!
- Γιατί;
Βγάλ' το!
Δεν είπα να μην αγοράσεις τίποτα που τραβά
την προσοχή;
Ο ένας παίρνει Κάντιλακ κι ο άλλος μινκ
20.000 δολαρίων!
Θα την επιστρέψω.
Δε με νοιάζει τι θα κάνεις, μόνο πάρ' το
από δω! Καταλαβαίνεις;
Το ποτό εδώ είναι καλύτερο
απ' το σεξ, μωρό μου.
Πάω να δω το Στακς.
Μην κοιτάξεις κανένα, σε σκότωσα!
Ζηλεύει. Αν κοιτάξω κανέναν άλλον,
θα με σκοτώσει.
Τέλεια.
Τους λέω να μην τραβήξουν την προσοχή
και τι κάνουν;
Σ' έψαχνα παντού.
Χρειάζομαι τα λεφτά.
Μόρι, ηρέμησε. Χριστούγεννα είναι.
'Ηρεμος είμαι. Τα λεφτά θέλω.
- Εκανα αυτό που έπρεπε.
- 'Οχι απόψε, Μόρι.
'Εκανα το χρέος μου. Μου χρωστάει.
'Ολοι κάνουν φιγούρα
κι εγώ φορώ το ίδιο κοστούμι.
Φορούν τα λεφτά τους. Πρέπει να του μιλήσω.
Μου χρωστάει 500.000.
Η μεγαλύτερη μπάζα που έκανε στη ζωή του.
Θα του μιλήσω εγώ. Πιες κάτι.
- Είσαι καλά;
- Είναι δηλητήριο στα μάτια μου.
- Μώρις, είσαι καλά;
- 'Οχι, δεν είμαι.
Χριστούγεννα. Το μερίδιό σου. Μια μικρή γεύση.
Τα καταφέραμε!
- Ποιος είναι;
- Εγώ!
Μια στιγμή!
Μην κάνεις ό,τι ο Φράνκι κι ο Τζώνυ,
μη φανείς ηλίθιος.
Κάρεν, Τζούντιθ, Ρουθ, ελάτε!
Πήρα το πιο ακριβό δέντρο που είχαν!
- Πώς σου φαίνεται, μαμά;
- Μ' αρέσουν όλες.
Μ' αρέσει το χρυσό φόρεμα.
- Καλά Χριστούγεννα.
- Ευχαριστώ.
Και;
Καλά Χάνουκα.
- Πολύ αστείο!
- Πάρε κάτι όμορφο.
Η Λουφτχάνσα θα' ταν το καλύτερο
κόλπο μας. Η ληστεία μιας ζωής!
'Εξι εκατομμύρια. 'Εφταναν για όλους μας.
Στακς, άνοιξε!
’νοιξε!
Τι έχεις; Δεν είναι έτοιμος. Το ήξερα!
- Εφερες καφέ;
- Μαγείρισσα είμαι;
Θα φτιάξει ο Φράνκι καφέ. Φτάξε καφέ.
Νόμιζα ότι θα' χες καμιά σκύλα εδώ.
Είχα. Πού διάβολο πήγε;
'Η πορνοπεριοδικά θα' χεις ή καμιά σκύλα εδώ.
Τι ώρα είναι;
- Είναι 11:30. 'Επρεπε να' μασταν εκεί στις 9.
- Θα 'μαι έτοιμος σ' ένα λεπτό.
Πάντα καθυστερείς.
Θ' αργήσεις στην κηδεία σου.
Τι κοιτάζεις; Φτιάξε τον καφέ, να φύγουμε.
'Ενα αστείο είπα. ’σε κάτω την καφετιέρα.
Ο Στακς ήταν πάντα τρελός.
Αντί να ξεφορτωθεί το φορτηγό,
μαστούρωσε...
πήγε στη γκόμενα κι όταν ξύπνησε,
οι μπάτσοι το είχαν βρει.
Το έδειχνε η τηλεόραση.
Είχαν βρει και αποτυπώματα στο τιμόνι.
'Ηταν ζήτημα χρόνου να πιάσουν το Στακς.
Πρέπει να σου μιλήσω.
- Πιες κάτι.
- Ελα, πιες κάτι.
Τι κάνεις; Το γιορτάζουμε. Πιες κάτι.
Πάλι πρέπει να σου μιλήσω.
- Τι έγινε με το Στακς;
- Μην ανησυχείς γι' αυτό.
- Πήξαμε στο Εφ Μπι ’ι.
- Και λοιπόν; Πού θα πάνε;
- Είναι στις εφημερίδες.
- Ανησυχεί.
Για τι πράγμα ανησυχείς;
Η τηλεόραση κι οι εφημερίδες. Τα γράφουν όλα.
Ανησυχείς πάρα πολύ.
'Ολα είναι μια χαρά. Δε του το είπες;
'Οχι ακόμη.
- Μάντεψε.
- Τι να μαντέψω;
Θα τον χρίσουν.
Ο Πώλι θα σε χρίσει;
’νοιξαν τα βιβλία. Ο Πώλι πήρε την έγκριση.
Ο κωλο-ιταλιάνος! Το πιστεύεις;
Μια μέρα θα δουλεύουμε γι' αυτόν.
Θα γίνει αφεντικό.
Απίστευτο!
Χαίρομαι για σένα. Συγχαρητήρια.
Τους κρατάμε τώρα!
Σ' έψαχνα παντού.
Μπορώ να σου μιλήσω;
Εγώ τα σκέφτηκα όλα.
Κι έμεινα με το πουλί στο χέρι.
Χωρίς εμένα, θα' ταν σκουπίδι.
Θέλω τα λεφτά μου!
'Εχω φτάσει ως εδώ! Τσιγάρα έκλεβε ο λέτσος!
- Γάμα τον! Θέλω τα λεφτά μου.
- Εντάξει, μίλησέ του.
Θα κλείσεις το στόμα σου τώρα, ή όχι;
Θα πάρεις τα λεφτά σου.
Πάψε μόνο να του τα πρήζεις.
Μ' ακούς; Κοίταξέ με.
'Ολα θα πάνε καλά.
Μισός ιρλανδός, μισός ιταλός.
Θα στο πω με ιταλική προφορά.
"Και στην κοιλάδα, κάτω απ' το βουνό
"Το καλοκαίρι τελείωσε
"Και πεθαίνουν όλα τα τριαντάφυλα"
Για πρώτη φορά, ο Τζίμυ ήταν νευρικό ράκος.
Το μυαλό του δούλευε
προς οχτώ κατευθύνσεις συγχρόνως.
Λες ο Μόρι να τα λέει στη γυναίκα του όλα;
Ο Μόρι;
Τότε κατάλαβα ότι ο Τζίμυ
θα καθάριζε το Μόρι.
'Ετσι γίνεται.
Τόσο γρήγορα καθαρίζουν κάποιον.
Είναι παλαβός. Μιλάει σε όλους.
Είναι κόπανος. Κανένας δε τον ακούει.
Κανείς δεν του δίνει σημασία. Μιλάει συνέχεια.
Φρόντισε να τον φέρεις εδώ, απόψε.
- Εντάξει;
- Εντάξει.
'Ετσι ξεκίνησε. Συγνώμη, σε πέτυχα στο μάτι;
Μη μου τα σπας!
Εγώ απλώς το καθυστερούσα.
Είχα ως τις οκτώ ή εννιά να πείσω το Τζίμυ
να μην τον σκοτώσει.
Αλλά, για το Τζίμυ,
εγώ ακολουθούσα το πρόγραμμα.
Του ξερίζωσα τα μαλλιά. Τον δάγκωσα.
Τον σκότωσα στο ξύλο.
'Ημουν έξαλλος. 'Ηθελα να τον σκοτώσω!
Ξεκινάμε να μπούμε μέσα. Δεν ήθελα να γυρίσω.
Ο Τζίμυ, μου κάνει έτσι.
Δεν ήθελα να γυρίσω.
Σηκώνει την κεφάλα του... και λεει "Α!"
Του λέω, "Μην το πεις. "
"Μαλάκα!"
Εσύ τι θα έκανες; Του ορμάω.
Του βαρούσα το κεφάλι, του βαρούσα τη μούρη.
Του ξερίζωσα τα μαλλιά. Τον έκανα κιμά.
'Ηταν γεμάτος αίματα. 'Ημουν εξαντλημένος.
Ξέχνα το αποψινό.
Μου έφυγε ένα βάρος.
Ποτέ δε θα μάθαινε
πόσο κοντά έφτασε στο θάνατο.
Ακόμη κι αν του το έλεγα, δε θα με πίστευε.
- Μπορώ να σου μιλήσω τώρα;
- Τσιμπούρι είσαι.
Θέλεις να μου μιλήσεις; Μίλα.
Πρώτη φορά γνωρίζω τέτοιο σπασαρχίδη.
Ποιος σ' αγαπά πιο πολύ από εμένα;
- Θα έκανα τα πάντα για σένα.
- Σταμάτα να μου τα πρήζεις!
- Πάμε για καφέ.
- Στο εστιατόριο;
Πάμε στο εστιατόριο στη λεωφόρο.
Στο Ρόκαγουεη. Είναι ανοιχτό όλη τη μέρα.
- Εχουν γλυκά;
- Απ' όλα έχουν.
Ας πάρουμε ένα γλυκό για τη Μπελ.
Θυμάσαι τι παιχνίδια στήναμε στη Βοστώνη;
Νόμιζα πως δε θα το βούλωνε ποτέ.
Τι μαλάκας!
- Τι τον κάνουμε;
- Κόψτον κομμάτια και ξεφορτώσου το αμάξι.
Φωνάξτε με όταν έχετε τελειώσει.
- Ας τον κόψουμε κομμάτια, Φρανκ.
- Εντάξει.
- Πού πας, μαλακισμένο;
- Είπες να τον κόψουμε.
Στου Τσάρλυ, εδώ θα το κάνουμε;
Τι κάνεις; Φύγε από δω.
Καλύτερα ν' άφηνα αυτόν να οδηγεί.
Η μηχανή είναι κρύα.
Τσακίσου από δω!
- Ποιος είναι;
- Η Μπελ, άνοιξε.
Είμαι η Μπελ. Αφήστε με να μπω.
Ο Μόρις δεν ήρθε σπίτι. Ξέρω ότι κάτι συνέβη.
Ηρέμησε.
Κάτι θα έπαθε.
Μάλλον ήπιε και θ' αποκοιμήθηκε κάπου.
27 χρόνια δεν έλειψε ένα βράδυ,
χωρίς να τηλεφωνήσει!
Κάτι έπαθε και το ξέρεις.
’σε με ν' αλλάξω. Θα σε πάω σπίτι σου
και μετά θα ψάξω να τον βρω.
Στο σπίτι ήμουν!
Παίζει χαρτιά.
- Τι να πω στη Μπελ;
- Στ' αρχίδια μου.
Πες της ότι το έσκασε με κάποια γκόμενα.
Τι σε νοιάζει;
- Εδώ κοίτα.
- Μη μπερδεύεσαι μ' αυτούς.
Θα τους τη σπάσω.
Μη τους κάνεις τη χάρη.
Πάμε μια βόλτα, μαλάκες.
Θα τους κρατήσω ξύπνιους όλο το βράδυ.
Τα λέμε αργότερα.
Ο Τζίμυ έκοβε κάθε δεσμό
ανάμεσα σ' αυτόν και τη ληστεία...
αλλά δεν είχε σχέση με μένα.
Εγώ του έδωσα την πληροφορία
κι αυτός με πλήρωσε.
Από κει και πέρα, το βούλωσα.
'Ηξερα το Τζίμυ. Τα λεφτά ήταν δικά του.
'Εδωσε μερικά στον Πώλι,
αλλά αυτό ήταν όλο.
Αρρώσταινε να δίνει λεφτά
σ' αυτούς που τα έκλεψαν.
Προτιμούσε να τους σκοτώνει.
Τι με ένοιαζε εμένα;
Δε ζητούσα τίποτα.
'Εβγαζε λεφτά απ' τις γνωριμίες μου
στο Πίτσμπουργκ.
Μήνες μετά τη ληστεία
έβρισκαν πτώματα παντού.
Οταν βρήκαν τον Καρμπόουν,
ήταν τόσο παγωμένος...
που περίμεναν δυο μέρες να λειώσει,
για την αυτοψία.
Δεν είχα ξαναδεί τόσο χαρούμενο το Τζίμυ.
'Ηταν σαν παιδί.
Βγάζαμε λεφτά απ' το Πίτσμπουργκ...
και σε λίγο η υπόθεση Λουφτχάνσα ξεθύμανε.
Ο Τζίμυ ήταν χαρούμενος εκείνο το πρωί...
γιατί θα έχριζαν τον Τόμυ.
'Ηταν ενθουσιασμένος,
λες και θα έχριζαν αυτόν.
Θα τηλεφώνησε τέσσερεις φορές στο σπίτι
του Τόμυ.
Είχαν ένα σήμα για να καταλάβει
πότε θα τελείωνε.
- Μαμά πού είσαι;
- Εδώ είμαι.
- Ηρθες σπίτι;
- Φεύγω.
Για να σε δω. Στις ομορφιές σου είσαι.
Να προσέχεις. Σου εύχομαι κάθε τύχη.
Σ' αγαπώ.
Μη ζωγραφίσεις τίποτα θρησκευτικούς πίνακες.
Ο Θεός μαζί σου.
Πάντα λέγαμε ο ένας τον άλλο "καλά παιδιά".
'Ελεγες σε κάποιον...
"Θα τον συμπαθήσεις αυτόν.
Είναι καλό παιδί, δικός μας. "
Καταλαβαίνεις;
'Ημασταν καλά παιδιά. Κολλητοί.
Εμάς δε θα μας έχριζαν ποτέ.
Είχαμε Ιρλανδέζικο αίμα.
Δεν είχε σημασία
που η μάνα μου ήταν Σικελή.
Για να γίνεις μέλος,
έπρεπε να' σουν 100% Ιταλός...
για να βρίσκουν τους συγγενείς σου,
στην πατρίδα.
Είναι η μεγαλύτερη τιμή
που μπορούν να σου κάνουν.
Σημαίνει ότι ανήκεις σε μία οικογένεια.
Κανείς δε μπορεί να σε πειράξει.
Μπορείς να σκοτώνεις όποιον θες,
αρκεί να μην είναι μέλος.
Σαν μια άδεια να κλέβεις,
να κάνεις ό,τι θέλεις.
Εσύ πότε χρίστηκες;
Είμαι παλιός, πριν 30 χρόνια.
Μου φέρνει στο μυαλό αναμνήσεις.
Ο Πάικ Πηκ ήταν ένα σκατό τότε, έτσι;
Για το Τζίμυ, το ότι θα έχριζαν τον Τόμυ...
ήταν σα να μας έχριζαν όλους.
Τώρα, ένας δικός μας θα ήταν μέλος.
- Ποιος είναι;
- Ο Βίνι;
Τι έγινε; 'Ολα εντάξει;
Είχαμε ένα πρόβλημα.
Κάναμε ό,τι μπορούσαμε.
Ξέρεις τι εννοώ. Πάει, δε γινόταν τίποτα.
Τι εννοείς;
Πάει, τελείωσε.
Αυτό ήταν.
Το ήξερα!
Απίστευτο!
- Τον καθάρισαν!
- Γαμώ το!
Είσαι καλά;
'Ηταν εκδίκηση για τον Μπίλυ Μπατς
και πολλά άλλα.
Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα γι'αυτό.
Ο Μπατς ήταν χρισμένος κι ο Τόμυ δεν ήταν.
'Επρεπε να το δεχτούμε.
'Ηταν θέμα των Ιταλών.
Πυροβόλησαν τον Τόμυ στο πρόσωπο...
για να μην κάνει η μητέρα του κηδεία
μ' ανοιχτό φέρετρο.
Κυριακη, 11 Μαιου 1980
6:55 π. μ.
Είχα πολύ δουλειά.
Θ' άφηνα τα όπλα στου Τζίμυ...
για να ταιριάξει τους σιγαστήρες.
Θα έπαιρνα τον αδερφό μου
απ' το νοσοκομείο...
και θα έπαιρνα "πράμα" για τη Λόις...
για να το πάει στους πελάτες στην Ατλάντα.
Κατάλαβα αμέσως πως δεν τα ήθελε
και θα' χανα τα λεφτά.
Τ' αγόρασα γι' αυτόν και τώρα δεν τα ήθελε.
Είναι άχρηστα, όλα!
Δεν πληρώνω γι' αυτά!
Δεν είπα τίποτα. Απ' τα νεύρα του,
ούτε αντίο δεν είπε.
Τα ναρκωτικά σου κάνουν το μυαλό πουρέ.
Θα τα δώσω πίσω.
Οι τύποι απ' το Πίτσμπουργκ
πάντα ήθελαν όπλα.
Θα τους έβλεπα το απόγευμα...
κι έτσι θα έβγαζα τα λεφτά.
Θεέ μου.
Στο νοσοκομείο, ο γιατρός του Μάικλ,
ήθελε να μ' εξετάσει.
Τι σου συμβαίνει;
Παραλίγο να πέσω σε ατύχημα καθώς ερχόμουν.
Και του είπα ότι γλεντούσα όλο το βράδυ.
Καλά είμαι.
'Ελα εδώ.
’φησέ με να σ' εξετάσω.
Με λυπήθηκε, μου έδωσε ένα Βάλιουμ...
και μ' έστειλε σπίτι.
Θα άφηνα τον αδερφό μου σπίτι
και θα έπαιρνα την Κάρεν.
Βλέπεις το ελικόπτερο εκεί;
Με ακολουθεί απ' το πρωί.
- Τρελός είσαι.
- Σου λεω την αλήθεια.
Τρίτη φορά που το βλέπω. Στο νοσοκομείο.
'Εκανα κάτι στάσεις. Το βλέπω συνέχεια.
Γύρισα όλη την πόλη και το βλέπω όλη μέρα.
Μαγείρευα βραδινό.
Σιγόψηνα το μοσχάρι για τη σάλτσα.
'Ηταν το αγαπημένο του Μάικλ.
Ζίτι με ψητές πιπεριές...
φασολάκια με λάδι και κοτολέτες...
κομμένες κατάλληλα για τηγάνισμα.
Θα ήταν το ορεκτικό.
'Ετσι έμεινα σπίτι μια ώρα.
Θα τρώγαμε νωρίς
για να ξεφορτωθώ τα όπλα του Τζίμυ.
Θα έπαιρνα το "πράμα"
για να το πάει η Λόις στην Ατλάντα.
Ολο κοιτούσα έξω κι είδα
ότι το ελικόπτερο είχε φύγει.
Μάικλ, πρόσεχε τη σάλτσα.
Μείνε εδώ με το θείο Μάικλ.
Είπα στο Μάικλ να κοιτά τη σάλτσα
κι έφυγα με την Κάρεν.
Θεέ μου, το βλέπω!
- Εκεί είναι!
- Γαμώ το!
Αυτό ήταν.
Πρέπει να πάμε στης μάνας σου.
Είδες, στο είπα.
Είναι περίεργο.
- Δεν είναι το τέλος του κόσμου.
- Πάμε στης μητέρας σου.
Πες της να μην πειράξει τίποτα έξω απ' το
σπίτι. Τίποτα.
Γιατί δεν πήγες στο σπίτι της δικής σου μάνας.
"Ολα θα πάνε καλά αυτό το πρωί"
Πάμε για ψώνια.
Μ' ακολουθεί απ' το πρωί. Δεν είμαι τρελή.
Νομίζει ότι είμαι τρελός.
Θα' πρεπε να το πάω εκεί
να δούμε πόσο τρελός είμαι.
Πάμε μέσα.
'Εφυγε.
- Δεν ακούω τίποτα.
- Πάμε στης μητέρας σου.
- Είναι καλά;
- Μια χαρά είναι.
Δε στο είπα ότι είσαι παρανο¨ϊκός; Δε στο είπα;
Χρειάζομαι μια τζούρα.
Θες να δεις ελικόπτερα; Θα στα δείξω εγώ.
Αρκετά ελικόπτερα για σήμερα, να λείπει.
'Επρεπε να πάω στο σπίτι
να ετοιμάσω το δέμα για τη Λόις.
Μετά στης Σάντυ,
για να βάλει το κινίνο στην κόκα.
Και ήξερα ότι η Σάντυ θα μου γκρίνιαζε.
'Επρεπε να μαγειρέψω
και να ετοιμάσω τη Λόις.
- Η Σάντυ, τι συμβαίνει;
- Μου έγινε στενός κορσές.
- Πότε θα έρθεις;
- Σε μια ώρα.
- Θα μείνεις εδώ απόψε;
- 'Οχι, έχω τον αδερφό μου.
Σταμάτα. Θα τα πούμε αργότερα.
Εγώ είμαι, είσαι έτοιμη;
Πες στο Μάικλ να μην κολλήσει η σάλτσα.
- Μην κολλήσεις τη σάλτσα.
- Την ανακατεύω.
- Ξέρεις τι θα κάνεις;
- Ναι, βέβαια.
’σε τα "ναι". Είναι σοβαρό!
Φύγε απ' το σπίτι, όταν είναι να τηλεφωνήσεις.
Τηλεφώνησε απ' έξω. Κατάλαβες;
Για χαζή με περνάς; Ξέρω τι να κάνω.
Ηλίθια, φρόντισε να ξέρεις!
Μου τα έπρηξες.
Απλώς κάν' το!
Απίστευτο! 'Ολες οι γυναίκες της ζωής μου! 'Ολες!
- Τι είπε;
- Τίποτα.
Τι έκανε όταν μου το έκλεισε;
Μετά απ' όσα της είπα;
Και μετά τις μαλακίες της;
Τηλεφώνησε απ' το σπίτι!
Τώρα, θα τα ήξεραν όλα.
Θα ήξεραν για το πακέτο
και τον αριθμό της πτήσης.
’ρχισα αμέσως το μαγείρεμα.
Είχα λίγες ώρες πριν την πτήση της Λόις.
Είπα στον αδερφό μου να προσέχει
το φούρνο.
Ολη μέρα ο δύστυχος πρόσεχε ελικόπτερα
και σάλτσες.
Είχα να πάω στη Σάντυ
και να γυρίσω για τη σάλτσα.
Μπορείς να έρχεσαι να με πηδάς και να φεύγεις;
- Δεν έχεις αλλού να πας;
- Μη μιλάς έτσι.
- Είσαι καλά;
- Ναι.
Με πιστεύεις;
- Αυτό είναι το τελευταίο;
- Ναι.
Κάθαρμα! Σε μισώ!
Σταμάτα να ταίζεις το σκύλο απ' το τραπέζι.
Σταμάτα το!
- Μα πρέπει.
- 'Οχι, δεν πρέπει.
Πρέπει να πάω σπίτι μου.
Τι εννοείς;
Πρέπει να σου κολλήσω το πράμα στο πόδι και
να φύγουμε.
Πρέπει να πάω στο σπίτι να πάρω
το καπέλο μου.
Με δουλεύεις; Ξέχνα το το καπέλο σου!
Να πάω στο Ρόκαγουεη
γιατί θες το καπέλο σου;
Είναι το τυχερό μου καπέλο.
Ποτέ δεν πετώ χωρίς αυτό!
Καταλαβαίνεις με τι έχουμε να κάνουμε;
Δε με νοιάζει, εγώ το θέλω.
Δεν πετάω χωρίς αυτό.
Τι να έκανα,
αφού επέμενε να την πάω να το πάρει;
'Εκρυψα το πακέτο και την πήγα σπίτι της.
'Ενα καπέλο;
Τι διάβολο είναι αυτό;
Αστυνομία! Μην κουνηθείς, γαμιόλη!
Θα σου τινάξω τα μυαλά! Κλείσε τη μηχανή.
Νόμισα πως είχα πεθάνει, αλλά όταν άκουσα
τη φασαρία κατάλαβα ότι ήταν μπάτσοι.
Μόνο οι μπάτσοι μιλάνε έτσι.
Μην κουνιέσαι!
Αν ήταν οι "κολλητοί",
δε θα' χα ακούσει τίποτα.
Θα ήμουν νεκρός.
Μάικλ! Κλείδωσε την πόρτα!
Τα
Επακολουθα
Μίλα μου! Πότε σε τσάκωσαν τελευταία φορά!
Σου μιλάω!
Δε θες να μιλήσεις, εντάξει.
Δε μου καίγεται καρφί!
Θα φας 25 χρόνια.
Να δούμε πόσο καλό παιδί θα' σαι.
Ολη μέρα νόμιζα
ότι οι τύποι στο ελικόπτερο...
ήταν ντόπιοι για τη Λουφτχάνσα.
Μα ήταν της Δίωξης Ναρκωτικών.
Κάλεσε το δικηγόρο.
Με παρακολουθούσαν ένα μήνα.
Με κοριούς, τα πάντα!
'Ολα τα φιλαράκια σου είναι εδώ.
Αν δεν μου μιλήσεις,
θα' χεις πρόβλημα όλη νύχτα.
Για κάθε κατηγορία θα φας 25 χρονάκια στη
φυλακή!
Θα σου κάνω το κεφάλι κιμά! 25 χρόνια, φίλε.
Για ψώνια πήγατε;
Τούρτα θα φτιάξουμε εδώ;
'Εχετε τίποτα καλό μέσα;
Καλό είναι;
Αντίο, μαλάκα!
Θα τα πούμε στις ’ττικα.
Μίλησα με το Τζίμυ. Μου έδωσε κάτι λεφτά.
Θέλει να σου μιλήσει να μάθει τι συμβαίνει.
Χέσε το Τζίμυ και τα λεφτά.
Πρέπει να τα ξεκαθαρίσω με τον Πώλι,
αλλιώς πέθανα!
Τότε εδώ δεν κινδυνεύεις.
Κι εδώ μπορούν να με φάνε.
Φοβούνται μη τους καρφώσω.
'Ηδη δε με πλησιάζει κανείς.
Πρέπει να με βγάλεις.
Η Κάρεν έπεισε τη μάνα της
να βάλει το σπίτι της εγγύηση.
Φοβόμουν ότι θα με σκότωναν
έξω απ' τη φυλακή.
Ο Πώλι ήταν τσατισμένος μαζί μου.
Κι ανησυχούσα για το Τζίμυ.
'Ηξερε πως αν ο Πώλι μάθαινε
ότι πουλούσε ναρκωτικά...
θα σκότωνε το Τζίμυ πριν σκοτώσει εμένα.
Αυτή είναι η άσχημη ώρα.
Μόνο σπίτι, ένοιωσα ασφαλής.
'Επρεπε να ζήσω μέχρι να πουλήσω
την πρέζα...
και να εξαφανιστώ μέχρι να ησυχάσουν
τα πνεύματα.
Πού είναι το πράμα που άφησα;
Γαμώ το, Κάρεν!
Το πέταξα στην τουαλέτα!
Τι;
Τι να έκανα;
’ξιζε 60.000 δολάρια! 'Ηταν τα μόνα μας λεφτά!
Είχαν ένταλμα ερεύνης!
Σ' αυτά τα λεφτά βασιζόμουν!
Γιατί το έκανες αυτό;
'Επρεπε! Θα τα έβρισκαν!
- Δεν θα τα έβρισκαν!
- Θα τα έβρισκαν, τ' ορκίζομαι!
Γιατί το έκανες αυτό;
Γιατί το έκανες, Κάρεν;
- Θα το έβρισκαν.
- Γιατί το έκανες;
Θεέ μου!
- Επρεπε.
- Θεέ μου!
Πώλι, συγγνώμη.
Δεν ξέρω τι άλλο να πω. Ξέρω ότι τα σκάτωσα.
Ναι, τα σκάτωσες.
Ναι, αλλά είμαι εντάξει τώρα.
Είμαι καθαρός, το ορκίζομαι στα παιδιά μου!
Με κοίταξες στα μάτια και μου είπες ψέματα.
Σα να ήμουν μαλάκας,
σαν να μην ήμουν τίποτα για σένα.
Μετά απ' ό,τι είπες δε μπορούσα
να' ρθω σε σένα!
Ντρεπόμουν... ξέρεις.
Και τώρα ντρέπομαι.
Αλλά δεν έχω πού αλλού να πάω.
Είσαι ο μόνος που έχω. Και χρειάζομαι βοήθεια.
Πάρε αυτά.
Τώρα, πρέπει να σου γυρίσω την πλάτη.
3.200 δολάρια!
Τόσα μου έδωσε. 3.200 δολάρια για μια ζωή!
Ούτε για φέρετρο δεν έφταναν.
- Πρέπει να φύγουμε.
- Δε θέλω να κρύβομαι.
Θες να τα παρατήσω όλα
και να πάω να κρυφτώ;
Δε θέλω.
Αν μείνουμε, είμαστε νεκροί. Νεκροί!
Πήρες πολύ από κείνο το πράγμα κι έχεις
τρελαθεί.
Πώς τα πάει;
Καλά είναι.
Τον αποτοξίνωσαν.
Χαίρομαι που τ' ακούω.
- Τι τον ρώτησαν;
- Δεν ξέρω.
'Εχω πολλές έγνοιες. Δεν έχω λεφτά...
Τα κορίτσια μου ξέρουν
να διαβάζουν εφημερίδα.
Πες του να μου τηλεφωνήσει.
Μόλις τον δεις, πες του να μου τηλεφωνήσει.
Δεν ξέρει ότι ήρθα να σε δω. Κάνει σαν τρελός.
- Πάρτα, είναι μερικές χιλιάδες.
- Ευχαριστώ, Τζίμυ.
'Ολα θα πάνε καλά. Μην ανησυχείς.
'Εχω κάτι ωραία φορεματάκια Ντιόρ. Τα θέλεις;
Πάρε μερικά.
Για τη μαμά μου.
'Οχι εδώ. Είναι στη γωνία.
Είναι κλεμμένα.
Θα τα πούμε, γλύκα.
- Ευχαριστώ.
- Μην ανησυχείς.
- Θα προσπαθήσω.
- Πρέπει να μου τηλεφωνήσει.
Από δω;
Εκεί κάτω.
Εκεί πέρα είναι.
Προχώρα! Εκεί είναι!
'Οχι, Τζίμυ, βιάζομαι!
Η μητέρα κρατά τα παιδιά. Πρέπει να πάω σπίτι.
Θα έρθω μετά.
Τι έγινε;
Τίποτα.
- Τι συνέβη;
- Φοβήθηκα.
Πήρες τα κλειδιά;
Τι συνέβη;
Τίποτα, φοβήθηκα λίγο.
Είσαι καλά;
Αν είσαι μέλος,
κανείς δε σου λέει ότι θα σε σκοτώσουν.
Δεν είναι αυτός ο τρόπος.
Χωρίς τσακωμούς ή βρισιές, όπως στις ταινίες.
Οι δολοφόνοι έρχονται χαμογελώντας,
σαν φίλοι σου.
’νθρωποι που αγαπούσες σ' όλη σου τη ζωή.
'Ερχονται όταν έχεις ανάγκη τη βοήθειά τους.
Συνάντησα το Τζίμυ σ' ένα μέρος
με πολύ κόσμο.
Πήγα 15 λεπτά πιο νωρίς κι ήταν ήδη εκεί.
Κάθησε κοντά στο παράθυρο
να βλέπει όποιον περνά.
'Ηθελε να σιγουρευτεί
ότι δεν μ' ακολουθούσαν.
'Ηταν νευρικός. Δεν άγγιξε τίποτα.
Επιφανειακά όλα ήταν μια χαρά.
Θα συζητούσαμε την υπόθεσή μου.
Αλλά, προσπαθούσε να μάθει
αν θα τον κάρφωνα για να σωθώ.
Μια ζωή σου λέω, μη μιλάς απ' το τηλέφωνο.
Τώρα καταλαβαίνεις;
'Ολα θα πάνε καλά. 'Εχεις ελπίδες να μην
καταδικαστείς.
Θυμάσαι το μικρό απ' την πόλη, που λέγαμε;
Θυμάσαι;
Αποδείχτηκε καρφί. Μόλις τον έπιασαν τους
κάρφωσε όλους.
Ξέρω πού είναι. Κρύβεται.
Θα πας με τον ’ντονυ να το κανονίσετε;
Κανένα πρόβλημα.
'Ετσι δε θα έχουν τίποτα.
Ποτέ ξανά δε μου είχε ζητήσει
να σκοτώσω κάποιον.
Τώρα, μου ζητούσε να πάω στη Φλόριντα
με τον ’ντονυ.
Κατάλαβα, ότι δε θα γυρνούσα ζωντανός.
'Οπου και να με πάτε, ένα πράγμα σας λέω...
δε θέλω να πάω σε κανένα μέρος
που κάνει κρύο.
Δεν έχεις περιθώρια επιλογής.
'Οποιος κι αν κάνει κουμάντο...
όχι σε κρύο μέρος. Κάν' το για μένα.
Υποφέρει από βρογχίτιδα, γι' αυτό.
Τότε θα το σκεφτούμε.
Δεν θέλω κρύο μέρος.
Να σας ρωτήσω κάτι;
Τι θα γίνουν οι γονείς μου;
Θα τους βλέπω; Θα τους μιλάω;
Θα έχω κάποια επαφή μαζί τους;
'Οχι.
Περιμένετε. Θέλετε να πείτε...
ότι αν πάθουν κάτι, δεν θα μπορώ να τους δω;
'ισως βρεθεί μια λύση αν αρρωστήσουν...
Σε κάποια ιδιαίτερη περίσταση.
Δεν μπορώ να το κάνω αυτό.
Δεν μπορώ να τους εγκαταλείψω!
Κάρεν, στο είπα.
Δεν θα το κάνω, αν δεν έρθεις εσύ και τα
παιδιά μαζί μου.
Δεν μπορώ χωρίς εσένα.
Κάνε ό,τι θέλεις... αλλά αυτό είναι.
Το Χένρυ χρειάζεστε, όχι εμένα, έτσι;
Δε με νοιάζει αν θα πας μαζί του.
Αν έτσι θα' ναι καλύτερος μάρτυρας, σε θέλω
μαζί του.
Δε θέλουν εμένα.
Δεν θα μπορούν να κάνουν τίποτα στο Χένρυ.
Μπορούν να τον εκδικηθούν μόνο με σένα και
τα παιδιά.
Αν μπει στο πρόγραμμα, κινδυνεύετε.
Εγώ δεν ξέρω τίποτα.
Μη μου παίζεις την αθώα.
’κουσα τις ταινίες και μιλούσες για κοκαίνη.
Μιλούσες συνέχεια στο τηλέφωνο με το Χένρυ.
Δεν έχει σημασία. Είτε πάει φυλακή...
είτε βγει ελεύθερος, είναι νεκρός!
Το ξέρει και το ξέρεις.
Τι θα γίνει με τα παιδιά και το σχολείο;
Πηγαίνετε στη Ουώλ Στρητ να πιάσετε
εγκληματίες!
Αυτός που σας πούλησε τα κουστούμια
είχε χιούμορ.
Είναι η μόνη του σωτηρία.
Θα σας σώσουμε τις ζωές
και δε θα μπείτε φυλακή.
Το πρωί είπατε στους ενόρκους
για το παρελθόν σας.
'Ηταν εύκολο να εξαφανιστούμε.
Το σπίτι ήταν στο όνομα της πεθεράς μου.
Τα αυτοκίνητα στο όνομα της γυναίκας μου.
Το δίπλωμά μου ήταν ψεύτικο.
Δεν ψήφισα ποτέ, δεν πλήρωσα ποτέ φόρους.
Το πιστοποιητικό γέννησης κι ο φάκελός μου
ήταν τα μόνα που αποδείκνυαν ότι ζούσα.
- Τον βλέπετε στην αίθουσα;
- Ναι.
Τον δείχνετε στους ενόρκους;
Να σημειωθεί ότι αναγνώρισε τον
κατηγορούμενο Κόνγουεη.
Γνωρίζετε κάποιον Πώλ Σίσερο;
- Τον βλέπετε στην αίθουσα;
- Ναι.
Μας τον δείχνετε;
Να σημειωθεί ότι αναγνώρισε τον
κατηγορούμενο Πώλ Σίσερο.
'Εχω ένα έγγραφο...
Το πιο δύσκολο ήταν
να παραιτηθώ απ' τη ζωή.
Λατρεύω τη ζωή.
Μας φέρθηκε σαν αστέρια. Τα είχαμε όλα.
Γυναίκες, μητέρες, παιδιά,
όλοι περνούσαν καλά.
Ειχα σάκους με κοσμήματα στην κουζίνα.
'Ενα μπωλ με κόκα δίπλα στο κρεβάτι.
Τους αποκαλούν "καρφιά".
Κάνουν τα πάντα για να επιβιώσουν.
- Ενσταση!
- Δεκτή.
- Δεν ξέρω τίποτα για καρφιά.
- Είστε ειδικός σ' αυτό!
Ο,τι ήθελα, έφτανε να τηλεφωνήσω.
Τζάμπα αυτοκίνητα, κλειδιά για κρυψώνες
σ' όλη την πόλη.
Στοιχημάτιζα 20 χιλιάρικα
και ξόδευα τα κέρδη...
ή ξεχρέωνα τους στοιχηματζήδες.
Τίποτα δεν είχε σημασία.
'Οταν ήμουν απένταρος πήγαινα κι έκλεβα.
Διευθύναμε τα πάντα.
Λαδώναμε μπάτσους, δικηγόρους, δικαστές.
'Ολοι τα έπαιρναν. 'Ολα ήταν στη διάθεσή μας.
Και τώρα όλα είχαν τελειώσει.
Αυτό είναι το πιο δύσκολο.
Ολα είναι διαφορετικά.
Δεν υπάρχει δράση. Περιμένω όπως όλοι.
Ούτε ένα φαγητό της προκοπής δεν τρώω.
Οταν ήρθα,
παρήγγειλα σπαγγέτι με σάλτσα μαρινάρα...
και μου έφεραν χυλοπίτες με κέτσαπ.
Είμαι ένας ασήμαντος.
Θα περάσω την υπόλοιπη ζωή μου
σαν παρακατιανός.
Ο Χένρυ Χιλ είναι ακόμη στο πρόγραμμα
προστασίας Μαρτύρων.
Το 1987, συνελήφθη στο Σηάτλ
για ναρκωτικά
και καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια
με αναστολή. Απ' το 1987 είναι καθαρός.
Το 1989, ο Χένρυ κι η Κάρεν
χώρισαν μετά από 25 χρόνια.
Ο Πώλ Σίσερο πέθανε το 1988 στη φυλακή
Φορτ Ουέρθ από αναπνευστική νόσο.
'Ηταν 73 ετών.
Ο Τζίμυ Κόνγουεη εκτίει ποινή 20 ετών
έως ισόβια για φόνο
στις φυλακές της Ν. Υόρκης. Θα έχει
δικαίωμα αναστολής το 2004, στα 78 του.