Tip:
Highlight text to annotate it
X
Στις 10 Σεπτεμβρίου, το πρωινό που έκλεινα τα 7 μου χρόνια,
κατέβηκα στην κουζίνα, όπου η μητέρα μου, έπλενε τα πιάτα
και ο πατέρας μου διάβαζε την εφημερίδα,
ανακοίνωσα την παρουσία μου από το διάδρομο, και μου είπαν,
«Έιι χρόνια σου πολλά!». Τους κάνω, «Είμαι εφτά.»
Ο πατέρας μου χαμογέλασε και μου είπε,
«Ξέρεις τι σημαίνει αυτό, έτσι; »
Του είπα, «Ναι, σημαίνει ότι θα κάνω πάρτι και θα έχει τούρτα
και θα πάρω πολλά δώρα;» Και ο πατέρας μου κάνει, « Ναι,
αλλά κυρίως, το να κλείνεις τα εφτά σημαίνει ότι έφτασες στην ηλικία της λογικής,
και τώρα είσαι ικανή να διαπράξεις οποιαδήποτε αμαρτία ενάντια στο Θεό και στον άνθρωπο.»
(Γέλια)
Είχα ξανακούσει αυτή τη φράση, «ηλικία της λογικής».
Η Αδερφή Μαίρη Κέβιν την διαλαλούσε συνεχώς
στη δευτέρα δημοτικού. Αλλά όταν την έλεγε, η φράση
έμοιαζε συνυφασμένη με τον ενθουσιασμό των προετοιμασιών
για την πρώτη μας κοινωνία και την πρώτη μας εξομολόγηση,
αλλά όλοι γνώριζαν ότι το κύριο θέμα ήταν το άσπρο φόρεμα και το άσπρο πέπλο,
τέλος πάντων, δεν είχα δώσει και τόση σημασία στη φράση, «ηλικία της λογικής.»
Έτσι, είπα,«Ναι, ναι, ηλικία της λογικής. Τι είπαμε πάλι ότι σημαίνει αυτό;»
Και ο μπαμπάς μου είπε, «Κοίτα, είμαστε καθολικοί και πιστεύουμε
ότι ο Θεός γνωρίζει ότι τα μικρά παιδιά δεν ξέρουν τη διαφορά του σωστού απ' το λάθος,
αλλά όταν είσαι εφτά, είσαι αρκετά μεγάλη για να ξέρεις τη διαφορά.
Έτσι, ωρίμασες, και έφτασες στην ηλικία της λογικής, και τώρα
ο Θεός θα αρχίσει να κρατά σημειώσεις για σένα και θα τις βάζει σ' ένα μόνιμο μητρώο.»
(Γέλια)
Και του είπα, «Ένα λεπτό, δηλαδή όλο αυτό τον καιρό,
μέχρι σήμερα, όλες τις φορές που ήμουν καλό παιδί, ο Θεός δεν το πρόσεξε;»
Και η μαμά λέει, «Το πρόσεξα εγώ.»
(Γέλια)
Αναρωτιόμουν, «Πώς γίνεται να μην το ήξερα αυτό;
Πώς γίνεται να μην το είχα καταλάβει όταν μου το έλεγαν;
Ήμουν τόσο καλό παιδί για το τίποτα.
Και το χειρότερο απ' όλα, πώς γίνεται να μην είχα αντιληφθεί αυτή την πολύ σημαντική πληροφορία
παρά μόνο μέχρι τη μέρα που θα ήταν πλέον άχρηστη για μένα;»
Έτσι τους είπα, «Μαμά, μπαμπά, και ο Άγιος Βασίλης;
εννοώ, ο Άγιος Βασίλης ξέρει πότε είσαι καλή και πότε όχι, σωστά;»
Και ο μπαμπάς μου απαντάει, «Ναι, αλλά γλυκιά μου,
αυτό νομίζω είναι κυρίως για τις μέρες των Χριστουγέννων.»
Η μαμά κάνει,« Μπομπ, σταμάτα. Απλά πες τις το.
Είναι εφτά. Τζούλι, δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης.»
(Γέλια)
Αυτό δεν με αναστάτωσε και τόσο πολύ.
Οι γονείς μου είχαν στήσει αυτή την περίτεχνη ιστορία για τον Άγιο Βασίλη:
για το πώς είχαν συνεννοηθεί μαζί του και συμφώνησαν
πως αντί να παραδίδει ο Αγ. Βασίλης τα δώρα μας την παραμονή των Χριστουγέννων,
όπως έκανε για τις άλλες οικογένειες
που άνοιγαν τα δώρα τους το πρωί των Χριστουγέννων,
η δική μου οικογένεια θα του έδινε μια μικρή παράταση.
Ο Άι Βασίλης θα ερχόταν στο σπίτι μας ενώ εμείς θα ήμασταν στην εκκλησία το πρωί
των Χριστουγέννων, με τη προϋπόθεση ότι δεν θα φέρναμε αντίρρηση.
Το οποίο με έβαλε σε υποψίες.
Ήταν αρκετά φανερό ότι ήταν οι γονείς μας που μας έφερναν τα δώρα.
Ο μπαμπάς μου έχει ένα πολύ ξεχωριστό τρόπο να τυλίγει τα δώρα,
και ο γραφικός χαρακτήρας της μαμάς μου έμοιαζε πολύ με του Άι Βασίλη.
Επίσης,γιατί θα εξοικονομούσε χρόνο με το να ξαναγυρίσει
στο σπίτι μας αφού είχε πάει σε όλα τα άλλα;
Υπάρχει μόνο ένα προφανές συμπέρασμα να εξαχθεί απ' αυτό το βουνό των αποδείξεων:
Η οικογένειά μας ήταν πολύ περίεργη
ακόμη και για τον Άι Βασίλη,
και οι καημένοι οι γονείς μας, προσπαθούσαν να μας προστατέψουν από τη ντροπή,
απ' τον εξευτελισμό της απόρριψης απ' τον Άι Βασίλη, που ήταν χαρωπός
αλλά, ας το παραδεχτούμε, ήταν και πολύ επικριτικός.
Έτσι, το να μάθω ότι δεν υπήρχε ο Άγιος Βασίλης ήταν κάπως ανακουφιστικό.
Έφυγα από την κουζίνα, χωρίς να με απασχολεί και ιδιαίτερα ο Άι Βασίλης,
αλλά είχα μείνει άναυδη για το πώς
μου ξέφυγε όλο αυτό το θέμα της ηλικίας της λογικής.
Ήταν πλέον αργά για μένα, αλλά ίσως μπορούσα να βοηθήσω κάποιον άλλο,
κάποιον που θα του ήταν χρήσιμη αυτή η πληροφορία.
Έπρεπε να πληρούν 2 κριτήρια:
έπρεπε να ήταν αρκετά μεγάλοι για να καταλάβουν
αυτή την έννοια της ηλικίας της λογικής, και να μην είχαν γίνει 7 ακόμη.
Η απάντηση ήταν ξεκάθαρη: ο αδερφός μου ο Μπιλ. Ήταν 6.
Βρήκα τον Μπιλ περίπου ένα τετράγωνο μακριά απ' το σπίτι
στην αυλή του σχολείου. Ήταν Σάββατο,
και έπαιζε μόνος του, κλωτσώντας μια μπάλα στον τοίχο.
Έτρεξα κοντά του και του κάνω, «Μπιλ!
μόλις συνειδητοποίησα ότι η ηλικία της λογικής ξεκινάει όταν γίνεις 7,
και τότε είσαι ικανός να διαπράξεις οποιαδήποτε αμαρτία
ενάντια στο Θεό και στον άνθρωπο.» Και ο Μπιλ κάνει, «Ε και;» Και του είπα,
«Τι ε και; Είσαι 6. Έχεις ένα ολόκληρο χρόνο να κάνεις ό,τι θές
και ο Θεός δεν θα το προσέξει.» Και λέει, «Ε και;» Του κάνω,
«Δεν έχει ε και!» Γύρισα να φύγω. Ήμουν τόσο θυμωμένη μαζί του.
Καθώς έφευγα, γύρισα πίσω δραματικά και του λέω,
«Α παρεμπιπτόντως, Μπιλ, δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης.»
(Γέλια)
Δεν το ήξερα εκείνο τον καιρό,
αλλά τα γενέθλιά μου δεν ήταν στις 10 του Σεπτέμβρη.
Για τα 13α γενέθλιά μου, είχα σχεδιάσει ένα πιτζάμα πάρτι με όλες μου τις φίλες,
αλλά 2 βδομάδες νωρίτερα, η μητέρα μου με πήρε από κοντά και μου είπε,
«Πρέπει να σου μιλήσω κατ' ιδίαν.
Τα γενέθλιά σου δεν είναι 10 Σεπτεμβρίου. Είναι 10 Οκτωβρίου." Της λέω, «Τι;»
(Γέλια)
Μου είπε, «Κοίτα, η ημερομηνία εισαγωγής στο νηπιαγωγείο ήταν 15 του Σεπτέμβρη.»
(Γέλια)
«Έτσι, τους είπα ότι τα γενέθλιά σου ήταν 10 Σεπτεμβρίου,
και μετά δεν ήξερα εάν θα πήγαινες να το μαρτυρούσες, και έτσι,
άρχισα να σου λέω ότι τα γενέθλιά σου ήταν 10 Σεπτεμβρίου.
Αλλά, Τζούλι, ήσουν τόσο έτοιμη να ξεκινήσεις το σχολείο γλυκιά μου. Ήσουν τόσο έτοιμη.»
Το σκέφτηκα για λίγο, και όταν ήμουν 4,
ήμουν ήδη το μεγαλύτερο από 4 παιδιά,
και η μητέρα μου περίμενε κι άλλο παιδί,
και αυτό που νομίζω πώς εύλογα εννοούσε είναι ότι εκείνη ήταν έτοιμη,
ήταν τόσο έτοιμη. Μετά είπε,
«Μην ανησυχείς, Τζούλι, κάθε χρόνο στις 10 του Οκτώβρη στα γενέθλιά σου
που δεν το γνώριζες, φρόντιζα
εκείνη τη μέρα να τρως ένα κομμάτι τούρτας.»
(Γέλια)
Το οποίο ήταν καθησυχαστικό αλλά και προβληματικό.
Η μητέρα μου γιόρταζε τα γενέθλιά μου μαζί μου, χωρίς εμένα.
Αυτό που με αναστάτωσε περισσότερο με αυτή την πληροφορία
δεν ήταν ότι έπρεπε ν' αλλάξω την ημερομηνία του πάρτι με τις
φιλενάδες μου,
αυτό που με αναστάτωσε πιο πολύ ήταν ότι δεν ήμουν Παρθένος.
Είχα μια τεράστια αφίσα στο υπνοδωμάτιό μου,
και διάβαζα το ωροσκόπιό μου καθημερινά, και μου ταίριαζε τόσο πολύ.
(Γέλια)
Αυτό σήμαινε ότι ήμουν Ζυγός;
Έτσι, πήρα το λεωφορείο, κατέβηκα στο κέντρο για να πάρω μια αφίσα του Ζυγού.
Η αφίσα του Παρθένου είναι μια εικόνα μιας πανέμορφης γυναίκας με μακριά μαλλιά,
που χαλαρώνει δίπλα σε μια λίμνη,
αλλά η αφίσα του Ζυγού ήταν μια τεράστια ζυγαριά.
Αυτό έγινε την περίοδο που άρχισα να «γεμίζω» σωματικά,
και «γέμιζα» πολύ περισσότερο από τα υπόλοιπα κορίτσια,
και, ειλικρινά, η ιδέα ότι το αστρολογικό μου σύμβολο ήταν μια ζυγαριά
έμοιαζε δυσοίωνη και καταθλιπτική.
(Γέλια)
Αλλά πήρα τη νέα αφίσα,
και άρχισα να διαβάζω το νέο μου ωροσκόπιο,
και έμεινα έκπληκτη όταν κατάλαβα πως και αυτό μου ταίριαζε τόσο πολύ.
Δεν ήταν παρά μερικά χρόνια αργότερα, κοιτάζοντας πίσω
σε αυτή τη φάση της ηλικίας της λογικής/αλλαγής γενεθλίων,
που συνειδητοποίησα ότι: Δεν έκλεινα τα εφτά
όταν νόμιζα ότι έκλεινα τα εφτά. Είχα ένα ολόκληρο μήνα
να κάνω ό,τι ήθελα προτού ο Θεός αρχίσει να κρατάει λογαριασμό.
Αχ, η ζωή μπορεί να γίνει τόσο σκληρή.
Μια μέρα, δύο Μορμόνοι ιεραπόστολοι χτύπησαν την πόρτα μου.
Μένω κοντά σε μια κεντρική λεωφόρο στο Λος Άντζελες,
και το τετράγωνό μου είναι μια φυσική αφετηρία
για πλασιέ που πουλάνε πράγματα πόρτα-πόρτα.
Μερικές φορές έρχονται γριούλες από την Εκκλησία των Αντβεντιστών της Εβδόμης Ημέρας
και μου δείχνουν καρτουνίστικες εικόνες του παράδεισου.
Άλλες φορές έρχονται έφηβοι που μου υπόσχονται ότι δεν θα μπουν σε συμμορίες
και δεν θα κλέβουν εάν αγόραζα
κάποια περιοδικά απ' αυτούς.
Έτσι, συνήθως απλά αγνοώ το κουδούνι, αλλά εκείνη τη μέρα απάντησα.
Εκεί στέκονταν δύο αγόρια, περίπου 19,
με άσπρα κολλαριστά κοντομάνικα πουκάμισα και είχαν καρτελάκια
που τους προσδιόριζαν σαν επίσημους αντιπρόσωπους
της εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών,
και μου είπαν ότι είχαν ένα μήνυμα από το Θεό για μένα.
Είπα, «Μήνυμα για μένα; Από το Θεό;» Απάντησαν, «Ναι.»
Μεγάλωσα στις βορειοδυτικές ΗΠΑ,
κοντά σε πολλούς ανθρώπους αυτής της εκκλησίας, και καταλαβαίνετε,
δούλευα με αυτούς, είχα σχέσεις,
αλλά δεν γνώριζα το δόγμα τους ή τι έλεγαν στους ανθρώπους
όταν πήγαιναν για κήρυγμα, και πιστεύω ήμουν λίγο περίεργη,
έτσι τους είπα, «Παρακαλώ, περάστε». Φάνηκαν ευχάριστα έκπληκτοι,
φαντάζομαι δεν τους τυχαίνει και πολύ συχνά αυτό.
(Γέλια)
Έκατσα μαζί τους, τους πρόσφερα ένα ποτήρι νερό
οκ, το βρήκα. Τους πρόσφερα ένα ποτήρι νερό.
Μην αγγίζω τα μαλλιά μου, αυτό είναι το κόλπο.
(Γέλια)
Δεν γίνεται να βάζετε ένα βίντεο του εαυτού μου μπροστά μου
και να περιμένετε να μη φτιάξω τα μαλλιά μου.
(Γέλια)
ΟΚ. Κάθισα μαζί τους και τους έφερα ένα ποτήρι νερό,
και μετά από λεπτολογίες με ρώτησαν, «Πιστεύεις ότι ο Θεός σε αγαπάει με όλη του την καρδιά;»
Σκέφτηκα, «Φυσικά και πιστεύω στο Θεό,
αλλά, ξέρετε, δεν μου αρέσει αυτή η λέξη, καρδιά,
επειδή δίνει μια ανθρώπινη υπόσταση στο Θεό,
και δεν μου αρέσει ούτε η λέξη, 'αυτός' επειδή προσδίδει σεξουαλική φύση στο Θεό.»
Αλλά δεν ήθελα να διαφωνήσω περί σημασιολογίας με τα παιδιά,
έτσι μετά από μια άβολη παύση, τους απάντησα
«Ναι, ναι, το πιστεύω. Νιώθω πολύ αγαπημένη.»
Κοίταξαν ο ένας τον άλλο και χαμογέλασαν,
λες και ήταν η σωστή απάντηση. Μετά με ρώτησαν,
«Πιστεύεις ότι είμαστε όλοι αδέρφια σε αυτό τον πλανήτη;»
Είπα, «Ναι, το πιστεύω.» Ένιωσα μεγάλη ανακούφιση
που ήταν μια ερώτηση που μπορούσα να απαντήσω αμέσως.
Και συνέχισαν, «Τότε, έχουμε μια ιστορία να σου πούμε.»
Και μου διηγήθηκαν αυτή την ιστορία για ένα τύπο ονόματι Λεχί,
που ζούσε στην Ιερουσαλήμ το 600 π.Χ.
Προφανώς στην Ιερουσαλήμ το 600 π.Χ,
οι πάντες ήταν εντελώς κακοί και διαβολικοί. Όλοι τους:
άντρες, γυναίκες, παιδιά, βρέφη, έμβρυα.
Και ο Θεός φανερώθηκε στο Λεχί και του είπε, «Βάλε την οικογένειά σου σε μια βάρκα
και θα σε οδηγήσω μακριά από εδώ.» Και ο Θεός τον οδήγησε.
Τον οδήγησε στην Αμερική.
Τους κάνω, «Αμερική; Από την Ιερουσαλήμ στην Αμερική με βάρκα το 600 π.Χ;»
Μου κάνουν, «Ναι.»
(Γέλια)
Μετά μου είπαν για το πώς ο Λεχί και οι απογόνοί του
αναπαράχθηκαν και αναπαράχθηκαν, και με την πάροδο 600 χρόνων
δημιουργήθηκαν δύο μεγάλες φυλές, οι Νεφίτες και οι Λαμανίτες,
και οι Νεφίτες ήταν εντελώς καλοί -- όλοι τους ανεξαιρέτως --
και οι Λαμανίτες εντελώς κακοί
όλοι τους ανεξαιρέτως κακοί μέχρι το κόκκαλο.
(Γέλια)
Αργότερα, όταν ο Ιησούς πέθανε στο σταυρό για τις αμαρτίες μας,
στο δρόμο του προς τον παράδεισο σταμάτησε στην Αμερική και επισκέφτηκε τους Νεφίτες.
(Γέλια)
Και τους είπε ότι εάν παρέμεναν καλοκάγαθοι,
όλοι τους ανεξαιρέτως,
θα κέρδιζαν τον πόλεμο ενάντια στους κακούς Λαμανίτες.
Αλλά προφανώς κάποιος έκανε βλακεία,
επειδή οι Λαμανίτες σκότωσαν όλους τους Νεφίτες.
Όλους εκτός από ένα τύπο ονόματι Μορμόνο,
που κατάφερε να σωθεί αφού κρύφτηκε στο δάσος.
Και φρόντισε έτσι ώστε να γραφτεί αυτή η ιστορία
σε μεταρρυθμισμένα αιγυπτιακά ιερογλυφικά σμιλεμένα σε χρυσές πλάκες,
τις οποίες μετά έθαψε κοντά στην Παλμέιρα στη Νέα Υόρκη.
(Γέλια)
Ήμουν στην άκρη του καθίσματός μου.
(Γέλια)
Ρώτησα, «Τι συνέβη στους Λαμανίτες;»
Απάντησαν, «Έγιναν οι ιθαγενείς Αμερικάνοι εδώ στην Αμερική.»
Τους κάνω, «Δηλαδή πιστεύετε ότι οι Ινδιάνοι είναι απόγονοι
ενός λαού που ήταν τελείως κακοί;» «Ναι.» μου απάντησαν.
Μετά μου είπαν για το πώς αυτός ο τύπος με το όνομα Τζόζεφ Σμιθ
βρήκε αυτές τις χρυσές πλάκες στην πίσω αυλή του σπιτιού του,
και επίσης βρήκε αυτή τη μαγική πέτρα που έβαλε μέσα στο καπέλο του
και μετά έχωσε το κεφάλι του μέσα και αυτό του επέτρεψε
να μεταφράσει τα μεταρρυθμισμένα αιγυπτιακά στα αγγλικά.
Σε αυτό το σημείο ήθελα να τους δώσω μερικές συμβουλές
για τον τρόπο προσέγγισής τους.
(Γέλια)
Ήθελα να τους πω,«Κοιτάξτε, μην ξεκινάτε με αυτή την ιστορία.»
Ακόμη και οι Σαϊεντολόγοι ξεκινούν με ένα τεστ προσωπικότητας πριν αρχίσουν
(Χειροκρότημα)
να λένε στον κόσμο για τον Ζένου, τον διαβολικό διαγαλαξιακό αυτοκράτορα.
Μετά με ρώτησαν, «Πιστεύεις ότι ο Θεός μας μιλάει διαμέσου
των ενάρετων προφητών του;» «Όχι» τους κάνω.
Είχα αναστατωθεί λίγο με αυτή την ιστορία των Λαμανίτων
και την τρελή ιστορία με τις χρυσές πλάκες, αλλά η αλήθεια ήταν πως,
δεν το είχα καλοσκεφτεί, έτσι υποχώρησα λίγο και τους λέω,
«Τι ακριβώς εννοείς με ενάρετους;
Και τι εννοείς με το προφήτες; Υπάρχουν και γυναίκες προφήτες;»
Μου είπαν, «Όχι.» και τους κάνω, «Γιατί;» Μου λένε,
«Επειδή ο Θεός έδωσε στις γυναίκες ένα δώρο τόσο εκπληκτικό,
τόσο θαυμάσιο, που το μόνο δώρο που έμεινε για να δώσει στους άντρες
ήταν το δώρο της προφητείας.»
Αναρωτήθηκα ποιο ήταν αυτό το θαυμάσιο δώρο που μας έδωσε ο Θεός;
Ίσως η ικανότητα να συνεργάζονται και να προσαρμόζονται;
Η μεγαλύτερη διάρκεια ζωής; Το γεγονός ότι οι γυναίκες τείνουν να
είναι λιγότερο βίαιες από τους άντρες; Αλλά όχι, τίποτα τέτοιο.
Μου κάνουν, «Η ικανότητα να γεννούν παιδιά.»
Τους κάνω, «Μα τι μου λέτε. Δηλαδή, ακόμη κι αν οι γυναίκες προσπαθούσαν να γεννούν
κάθε χρόνο από τα 15 τους μέχρι να γίνουν 45,
υποθέτοντας ότι δεν πέθαιναν από εξάντληση,
ακόμη και τότε κάποιες γυναίκες θα είχαν κάποιο ελεύθερο χρόνο
ν' ακούσουν το λόγο του Θεού.» «Όχι.» μου λένε.
(Γέλια)
Δεν μου φαίνονταν τόσο νεαροί και χαριτωμένοι πλέον αλλά
δεν είχαν τελειώσει ακόμη.
Μου λένε, «Επίσης, πιστεύουμε ότι εάν είσαι Μορμόνος
και ακολουθείς το δόγμα της εκκλησίας σου, όταν πεθάνεις
πας στον παράδεισο και είσαι με την οικογένειά σου για όλη την αιωνιότητα.»
Τους λέω, «Ωχ θεέ μου,
(Γέλια)
αυτό δεν είναι και τόσο καλό κίνητρο για μένα.»
(Γέλια)
Μου λένε, «Χμμ -- ε επίσης πιστεύουμε
οτι όταν πας στον παράδεισο το σώμα σου αποκαθίσταται
στη καλύτερη αρχική του κατάσταση.
Π.χ, εάν έχασες το πόδι σου, το παίρνεις πίσω.
ή εάν είχες τυφλωθεί, θα θεραπευόσουν.»
Τους λέω, «Μάλιστα, εγώ δεν έχω μήτρα επειδή είχα καρκίνο
πριν μερικά χρόνια. Δηλαδή, εάν πάω στον παράδεισο
θα είχα τη παλιά μου μήτρα πίσω;» Μου κάνουν, «Φυσικά.»
«Μα δεν τη θέλω πίσω. Είμαι χαρούμενη χωρίς αυτή.» Έλεος.
Κι αν είχες κάνει πλαστική μύτης και σου άρεσε;
(Γέλια)
Ο Θεός θα σε ανάγκαζε να πάρεις την παλιά σου μύτη πίσω;
Μου έδωσαν αυτό το Βιβλίο των Μορμόνων,
και μου είπαν να διαβάσω αυτό και αυτό το κεφάλαιο,
και μου είπαν ότι θα ξανάρθουν κάποια μέρα να δουν πώς τα πάω,
νομίζω είπα κάτι του στυλ, «Με το πάσο σας,»
ή ίσως απλά τους είπα, «Παρακαλώ, μη,» και έφυγαν.
Εντάξει, έτσι αρχικά ένιωσα πραγματικά ανώτερη απ' αυτούς,
και σνομπ με τη δικιά μου πιο συμβατική θρησκεία. Αλλά μετά,
όσο πιο πολύ το σκεφτόμουν, τόσο πιο πολύ έπρεπε να ήμουν ειλικρινής με τον εαυτό μου.
Εάν κάποιος ερχόταν στην πόρτα μου και άκουγα Καθολική θεολογία
και το δόγμα για πρώτη φορά, και έλεγαν,
«Πιστεύουμε ότι ο Θεός γκάστρωσε ένα πολύ νεαρό κορίτσι
χωρίς συνουσία,
και το γεγονός ότι ήταν παρθένα είναι μανιακά σημαντικό για εμάς
(Γέλια)
και γέννησε ένα μωρό, και ήταν ο υιός του Θεού,»
θα πίστευα ότι αυτό ήταν εξίσου γελοίο.
Απλά είμαι συνηθισμένη σε αυτή την ιστορία.
(Γέλια)
Έτσι, δεν μπορούσα να αφήσω τον εαυτό μου να νιώθει υπεράνω από αυτά τα παιδιά.
Αλλά η ερώτηση που μου έκαναν μόλις ήρθαν
μου κόλλησε στο μυαλό:
Πίστευα ότι ο Θεός με αγαπάει με όλη του την καρδιά;
Δεν ήμουν ακριβώς σίγουρη για το πώς ένιωθα γι' αυτή την ερώτηση.
Εάν με ρωτούσαν,
Νιώθεις ότι ο Θεός σε αγαπάει με όλη του την καρδιά;
Αυτό θα ήταν πολύ διαφορετικό, και νομίζω θ' απαντούσα αμέσως,
«Ναι, ναι το νιώθω συνέχεια. Νιώθω την αγάπη του Θεού όταν είμαι πληγωμένη και μπερδεμένη,
νιώθω παρηγορημένη. Βρίσκω καταφύγιο στην αγάπη του Θεού
όταν δεν καταλαβαίνω τις τραγωδίες που συμβαίνουν,
και νιώθω την αγάπη του Θεού όταν κοιτάω με ευγνωμοσύνη όλη την ομορφιά γύρω μου.»
Αλλά απ' τη στιγμή που μου έκαναν αυτή την ερώτηση με τη λέξη πίστη μέσα,
ήταν εντελώς διαφορετικά,
επειδή δεν ήμουν σίγουρη εάν πίστευα αυτό που καθαρά νιώθω.